Του Πάνου Τριγάζη
«Ο φασισμός είναι η ρατσιστική εκκαθάριση από τα μη άρια στοιχεία, είναι οι ακραίες εκμεταλλευτικές σχέσεις, ο επιθετικός εθνικισμός, η κρατολατρεία, η ιδεολογική χειραγώγηση των μαζών, ο ακραίος αντικομμουνισμός…»(Άγγελος Ελεφάντης, ΑΥΓΗ 15/5/2005)
Στις 30 Ιανουαρίου 1933 γραφόταν μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες στην ιστορία της Ευρώπης και του κόσμου, με την ανάδειξη ως καγκελάριου της Γερμανίας του αρχηγού των Eθνικοσοσιαλιστών Αδόλφου Χίτλερ.
Στις 28 Ιανουαρίου 1933 είχε παραιτηθεί η κυβέρνηση Σλάϊχερ, αφού απορρίφθηκε το αίτημά του για τη διάλυση της Βουλής από τον Πρόεδρο Χίντεμπουργκ.
Η οξύτατη πολιτική κρίση ώθησε το οικονομικοπολιτικό κατεστημένο στην επιλογή του Χίτλερ για την ανάληψη της πρωθυπουργίας, με την σύμπραξη των Πάπεν και Χούγκενμπεργκ, ηγετών των άλλων δύο εθνικιστικών κομμάτων.
Η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε την απαρχή πολλών δεινών για τους λαούς της Ευρώπης και για τον λαό της Γερμανίας, γενικότερα για όλη την ανθρωπότητα.
Από τη θέση του αρχηγού του Γ΄ Ράϊχ, ο Χίτλερ οικοδόμησε ένα καθαρά φασιστικό καθεστώς τρόμου και βίας στο όνομα της ανωτερότητας της αρίας φυλής.
Εδραίωσε την εξουσία του μετά τις εκλογές της 5ηςΜαρτίου 1933, όταν απέκτησε ισχυρή πλειοψηφία, αφού με κύμα διώξεων είχε καταφέρει να περιορίσει τη δράση και να μειώσει τη δύναμη των σοσιαλδημοκρατών και του Κ.Κ. (που ήταν τότε ανερχόμενη δύναμη), φυλακίζοντας πολλά στελέχη του με πρώτον το ΓΓ του κόμματος, Ερνστ Τέλμαν.
Στις 23 Μαρτίου ανέλαβε και επίσημα δικτατορική εξουσία. Το έδαφος είχε προετοιμαστεί ποικιλοτρόπως, κυρίως με την μεγάλη προβοκάτσια του εμπρησμού του Ράϊχσταγ, τη νύχτα της 27ης προς 28η Φεβρουαρίου 1933, όταν έπιασε φωτιά η αίθουσα συνεδριάσεων και ο θόλος της έδρας του Γερμανικού Κοινοβουλίου.
Με αφορμή τον εμπρησμό αυτό, εξαπολύθηκε πογκρόμ εναντίον των αριστερών κάθε απόχρωσης, ιδιαίτερα εναντίον του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Το καθεστώς οργάνωσε αντικομμουνιστική εκστρατεία, διαδίδοντας παντού την κατηγορία «οι κομμουνιστές έκαψαν το Ράϊχσταγ».
Έτσι στήθηκε η σκευωρία για τη δίκη στη Λειψία των Δημητρόφ, Τόγκλερ (επικεφαλής της ΚΟ του ΚΚΓ), Ποπόφ και Τάνεφ.
Υπήρξε όμως αντίσταση. Τα χιτλερικά εγκλήματα και η σκηνοθετημένη δίκη της Λειψίας κινητοποίησαν αριστερούς και δημοκρατικούς ανθρώπους παγκοσμίως. Μια από τις μορφές δράσης ήταν η οργάνωση αντι-δίκης στο Λονδίνο (άρχισε στις 14/9/1933) από διεθνή επιτροπή προσωπικοτήτων, για την καταδίκη του φασισμού και των εγκλημάτων του. Στην επιτροπή, υπό την προεδρία του Βρετανού Λόρδου Μάρλεϋ, συμμετείχε ο Αϊνστάϊν και άλλοι κορυφαίοι επιστήμονες και διανοούμενοι.
Το κατηγορώ του Νίκου ΚαρβούνηΤα πρακτικά της αντι-δίκης εκδόθηκαν σε βιβλίο, που κυκλοφόρησε διεθνώς σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, με τίτλο «Καστανή Βίβλος». Το μετέφρασε στα ελληνικά και το προλόγισε ο λογοτέχνης και δημοσιογράφος Νίκος Καρβούνης (εκ των οργανωτών της πανελλαδικής αντιφασιστικής συνδιάσκεψης, 8 Ιουνίου 1933), ο οποίος παραπέμφθηκε σε δίκη από την τότε κυβέρνηση Τσαλδάρη με την κατηγορία της εξύβρισης εκπροσώπων ξένης χώρας, δηλαδή των Χίτλερ, Γκαίριγκ, Γκέμπελς και άλλων αξιωματούχων του Γ΄ Ράϊχ.
Στην απολογία του ο Ν. Καρβούνης (έγραψε αργότερα το τραγούδι του ΕΑΜ «Στ΄άρματα, στ΄άρματα») υπήρξε καταπέλτης κατά του φασισμού, λέγοντας:
- «Μόλις επικράτησε στη Γερμανία ο χιτλερισμός –όλοι ξέρουμε πως– ξαπολύθηκε σ΄εκείνη τη μεγάλη χώρα η τρομοκρατία ενός καινούριου μεσαίωνα. Όλες οι ελευθερίες καταργήθηκαν, εποδοπατήθηκε κάθε ανθρωπισμός. Τα δικαιώματα των εργαζομένων εκουρελιάστηκαν, μυριάδες εργάτες και ελεύθεροι διανοούμενοι κλείστηκαν στα «στρατόπεδα συγκεντρώσεως», η δολοφονία γένηκε ο νέος νόμος. Ανακαλύφθηκε η παράξενη θεωρία της Αρίας φυλής».
Στις 22/12/1933 η αντικομμουνιστική σκευωρία του εμπρησμού του Ραιχσταγκ κατέρρευσε με την αθώωση των Δημητρόφ, Ποπόφ, Τάνεφ και Τόγκλερ.
«Ο προκλητικός εμπρησμός του Ράϊχσταγκ εκ μέρους των φασιστών- έγραψε ο Γκ. Δημητρώφ στο πρώτο άρθρο του μετά την απελευθέρωση του ιδίου και των συντρόφων του- ήταν ο πρόλογος για απειράριθμες κτηνωδίες, για τις αιματηρές μάχες του Μάρτη του 1933 στη Γερμανία που ξεσήκωσαν ολόκληρη την εργαζόμενη ανθρωπότητα ενάντια στην φασιστική διχτατορία.
Ο φασισμός- συνέχιζε ο Δημητρώφ- και ειδικά ο γερμανικός «κλασικός» είναι ένας αχαλίνωτος επιθετικός εθνικισμός και σωβινισμός. Η σημαία του σημαίνει πόλεμο» (ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 11/3/1934).
Η ολέθρια για την Ευρώπη και την ανθρωπότητα γιγάντωση του τέρατος του ναζισμού , χέρι χέρι με τον μιλιταρισμό, κορυφώθηκε με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον πιο καταστροφικό πόλεμο στην ιστορία της ανθρωπότητας, που η λήξη του επιτεύχθηκε με την αντιφασιστική νίκη των κινημάτων αντίστασης (με το ελληνικό ένα από τα μαζικότερα και ηρωικότερα) και της Αντιχιτλερικής Συμμαχίας στις 9 Μαΐου 1945, όταν ο Κόκκινος Στρατός ύψωσε την σοβιετική σημαία στο Ραιχσταγ.
Μετά την αντιφασιστική νίκη αντήχησε σε όλη την Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο το σύνθημα ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΦΑΣΙΣΜΟΣ.
Ο επίλογος της χιτλεροφασιστικής θηριωδίας γράφτηκε με τη δίκη της Νυρεμβέργης, της οποίας η εναρκτήρια συνεδρίαση έγινε στις 18/10/1945 στο Βερολίνο υπό την προεδρία του σοβιετικού δικαστή Ιόλα Νικιτσένκο.
Στην ιστορική εκείνη δίκη μνημειώδης υπήρξε η εναρκτήρια ομιλία του Αμερικανού κατήγορου Ρόμπερτ Τζάκσον:
«Τα εγκλήματα που θα δικάσουμε –ειχε πει ο Ρ.Τζάκσον- και θα τιμωρήσουμε έχουν γίνει με τέτοιο απάνθρωπο τρόπο και με τέτοια καταστροφική μανία, που εάν περάσουν απαρατήρητα και εάν μείνουν ατιμώρητα, η ανθρωπότητα κινδυνεύει να ζήσει πολύ σύντομα χειρότερες καταστροφές.»
Τα λόγια αυτά ηχούν εξαιρετικά επίκαιρα και σήμερα.
*Ο Πάνος Τριγάζης είναι μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και αντιπρόεδρος της Κίνησης Πολιτών κατά του Ρατσισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου