Συνταγματική, νόμιμη και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) είναι αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής που έγινε το 2013, λόγω της εμπλοκής της με την Δικαιοσύνη.
Αυτό αποφάσισε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας υπό την προεδρεία του αντιπρόεδρου Φιλοκτίμονα Αρναούτογλου και με εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Μαρία Καραμανώφ (απόφαση 518/2015) και απέρριψε ως αβάσιμους όλους του ισχυρισμούς της Χρυσής Αυγής.
Από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η Χρυσή Αυγή ζητούσε να ακυρωθούν:
1) η υπ΄ αριθμ. 51776/23.12.2013 απόφαση των υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Δικαιοσύνης και
2) η από 19.12.2013 απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής. Με τις επίμαχες αποφάσεις ανεστάλη η καταβολή κάθε είδους κρατική χρηματοδότηση και οικονομική ενίσχυση προς την Χρυσή Αυγή.
Ειδικότερα, η Χρυσή Αυγή είχε λάβει ήδη την πρώτη δόση της χρηματοδότησης του 2013 ύψους 873.114 ευρώ. Ακολούθησαν οι αποκαλύψεις για την δράση της και η άσκηση ποινικών διώξεων κατά του αρχηγού της Νίκου Μιχαλογιάκου και άλλων βουλευτών της. Στην συνέχεια εκδόθηκε η υπουργική απόφαση και η απόφαση της Ολομέλειας της Βουλή, με συνέπια να ανασταλεί η χρηματοδότηση της β΄ δόσης του 2013 ύψους 320.012 ευρώ και της γ΄ δόσης του ίδιου έτους ύψους 553.102 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι με το νόμο 4203/2013 προβλέφθηκε, μεταξύ των άλλων, ότι σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης και επιβολής προσωρινής κράτησης αρχηγού κόμματος ή του ενός πέμπτου των βουλευτών ενός κόμματος για τα αδικήματα της εγκλήματα οργάνωσης, κ.λπ., αναστέλλεται προσωρινά η κρατική χρηματοδότηση και η οικονομική ενίσχυση. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης αίρεται αναδρομικά η αναστολή και δίδεται η χρηματοδότηση αναδρομικά και άτοκα στο κόμμα, συνασπισμό κομμάτων, κ.λπ.
Κατ΄ αρχάς, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου υπογραμμίζει ότι «η ενδεχόμενη εμπλοκή μελών της ηγεσίας πολιτικού κόμματος, τα οποία δεδομένης της φύσεως αυτού ως νομικού προσώπου, προδήλως καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δράση του, σε εγκληματικές ενέργειες των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα (σ.σ.: σύσταση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης, κ.λπ.), αποτελεί εν όψει της φύσεως των αδικημάτων και της συνάρτησής της προς την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, σοβαρό λόγο, ο οποίος καθιστά συνταγματικώς ανεκτή την αναστολή της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης προς το εν λόγω πολιτικό κόμμα, δεδομένου μάλιστα ότι η αναστολή έχει προσωρινό χαρακτήρα, μέχρις ότου αποφανθούν αμετάκλητα τα κατά το Σύνταγμα αρμόδια ποινικά δικαστήρια, η δε επιβολή της δύναται να αμφισβητηθεί με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ».
Η αναστολή της κρατικής επιχορήγησης, σύμφωνα με την Ολομέλεια του ΣτΕ, «συνιστά προσωρινό διοικητικό μέτρο προληπτικού χαρακτήρα, σκοπός του οποίου είναι να αποφευχθεί η παροχή κρατικών πόρων σε πολιτικό κόμμα, καθ΄ όν χρόνο υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί τελέσεως εκ μέρους της ηγεσίας του και στα πλαίσια της δράσης αυτού αξιοποίνων πράξεων των άρθρων 187 και 187Ατου Ποινικού Κώδικα και κατ΄ επέκταση το ενδεχόμενο άμεσης ή έμμεσης καταχρηστικής χρήσης των πόρων αυτών για τη στήριξη εγκληματικών δραστηριοτήτων».
Οι δικαστές, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα αυτό, έλαβαν υπόψη τους ότι:
1) η κρατική ενίσχυση των κομμάτων δεν «έχει προορισμό να καλύψει το σύνολο, αλλά μέρος μόνον των δαπανών» των προεκλογικών εξόδων των κομμάτων, αφού η νομοθεσία προβλέπει έσοδα και από άλλες πηγές, όπως είναι έκτακτες εισφορές μελών, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια, κ.λπ.,
2) η αναστολή της κρατικής ενίσχυσης έχει προσωρινό χαρακτήρα, «οιονεί ασφαλιστικού μέτρου για την αποτροπή του κινδύνου διοχέτευσης της κρατικής χρηματοδότησης σε εγκληματικές δραστηριότητες και
3) έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια, δηλαδή μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας με την έκδοση απαλλακτικού βουλεύματος ή αθωωτικής απόφασης.
Η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης, υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «παρίσταται αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σοβαρού δημοσίου σκοπού» και «δεν παρεμποδίζει τη συμμετοχή του κόμματος στην πολιτική ζωή και την εκλογική διαδικασία».
Κατά συνέπεια, σημειώνει η Ολομέλεια του ΣτΕ, ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται το άρθρο 29 του Συντάγματος (ελεύθερη ίδρυση κομμάτων, κ.λπ.) και της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέος ως αβάσιμός».
Ακόμη, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4) και η επίσης συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26), καθώς η σχετική ρύθμιση που προβλέπει το «πάγωμα» της κρατικής χρηματοδότησης έχει «φωτογραφικό χαρακτήρα». Κατά την Χρυσή Αυγή η επίμαχη ρύθμιση αναστολής της χρηματοδότησής «δεν θέτει γενικό και απρόσωπο κανόνα δικαίου, αλλά θεσπίσθηκε ειδικώς, προκειμένου να τύχει ατομικής εφαρμογής» για το συγκεκριμένο κόμμα.
Τέλος, επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ότι δεν παραβιάζεται η ΕΣΔΑ, όπως υποστηρίζει η Χρυσή Αυγή, καθώς η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης «δεν συνιστά διακοπή ή αναστολή της λειτουργίας της Χρυσής Αυγής, ούτε συνεπάγεται προσωρινή ή οριστική παρεμπόδισή του προς συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας, αλλά συνίσταται στην προσωρινή αναστολή της καταβολής ενός από τους πλείονες πόρους του, ενώ εξάλλου το παρακρατούμενο ποσό αποδίδεται σε αυτό αναδρομικά σε περίπτωση αθωώσεων των κατηγορουμένων μελών του».
Ειδικότερα, η Χρυσή Αυγή είχε λάβει ήδη την πρώτη δόση της χρηματοδότησης του 2013 ύψους 873.114 ευρώ. Ακολούθησαν οι αποκαλύψεις για την δράση της και η άσκηση ποινικών διώξεων κατά του αρχηγού της Νίκου Μιχαλογιάκου και άλλων βουλευτών της. Στην συνέχεια εκδόθηκε η υπουργική απόφαση και η απόφαση της Ολομέλειας της Βουλή, με συνέπια να ανασταλεί η χρηματοδότηση της β΄ δόσης του 2013 ύψους 320.012 ευρώ και της γ΄ δόσης του ίδιου έτους ύψους 553.102 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι με το νόμο 4203/2013 προβλέφθηκε, μεταξύ των άλλων, ότι σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης και επιβολής προσωρινής κράτησης αρχηγού κόμματος ή του ενός πέμπτου των βουλευτών ενός κόμματος για τα αδικήματα της εγκλήματα οργάνωσης, κ.λπ., αναστέλλεται προσωρινά η κρατική χρηματοδότηση και η οικονομική ενίσχυση. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης αίρεται αναδρομικά η αναστολή και δίδεται η χρηματοδότηση αναδρομικά και άτοκα στο κόμμα, συνασπισμό κομμάτων, κ.λπ.
Κατ΄ αρχάς, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου υπογραμμίζει ότι «η ενδεχόμενη εμπλοκή μελών της ηγεσίας πολιτικού κόμματος, τα οποία δεδομένης της φύσεως αυτού ως νομικού προσώπου, προδήλως καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δράση του, σε εγκληματικές ενέργειες των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα (σ.σ.: σύσταση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης, κ.λπ.), αποτελεί εν όψει της φύσεως των αδικημάτων και της συνάρτησής της προς την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, σοβαρό λόγο, ο οποίος καθιστά συνταγματικώς ανεκτή την αναστολή της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης προς το εν λόγω πολιτικό κόμμα, δεδομένου μάλιστα ότι η αναστολή έχει προσωρινό χαρακτήρα, μέχρις ότου αποφανθούν αμετάκλητα τα κατά το Σύνταγμα αρμόδια ποινικά δικαστήρια, η δε επιβολή της δύναται να αμφισβητηθεί με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ».
Η αναστολή της κρατικής επιχορήγησης, σύμφωνα με την Ολομέλεια του ΣτΕ, «συνιστά προσωρινό διοικητικό μέτρο προληπτικού χαρακτήρα, σκοπός του οποίου είναι να αποφευχθεί η παροχή κρατικών πόρων σε πολιτικό κόμμα, καθ΄ όν χρόνο υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί τελέσεως εκ μέρους της ηγεσίας του και στα πλαίσια της δράσης αυτού αξιοποίνων πράξεων των άρθρων 187 και 187Ατου Ποινικού Κώδικα και κατ΄ επέκταση το ενδεχόμενο άμεσης ή έμμεσης καταχρηστικής χρήσης των πόρων αυτών για τη στήριξη εγκληματικών δραστηριοτήτων».
Οι δικαστές, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα αυτό, έλαβαν υπόψη τους ότι:
1) η κρατική ενίσχυση των κομμάτων δεν «έχει προορισμό να καλύψει το σύνολο, αλλά μέρος μόνον των δαπανών» των προεκλογικών εξόδων των κομμάτων, αφού η νομοθεσία προβλέπει έσοδα και από άλλες πηγές, όπως είναι έκτακτες εισφορές μελών, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια, κ.λπ.,
2) η αναστολή της κρατικής ενίσχυσης έχει προσωρινό χαρακτήρα, «οιονεί ασφαλιστικού μέτρου για την αποτροπή του κινδύνου διοχέτευσης της κρατικής χρηματοδότησης σε εγκληματικές δραστηριότητες και
3) έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια, δηλαδή μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας με την έκδοση απαλλακτικού βουλεύματος ή αθωωτικής απόφασης.
Η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης, υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «παρίσταται αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σοβαρού δημοσίου σκοπού» και «δεν παρεμποδίζει τη συμμετοχή του κόμματος στην πολιτική ζωή και την εκλογική διαδικασία».
Κατά συνέπεια, σημειώνει η Ολομέλεια του ΣτΕ, ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται το άρθρο 29 του Συντάγματος (ελεύθερη ίδρυση κομμάτων, κ.λπ.) και της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέος ως αβάσιμός».
Ακόμη, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4) και η επίσης συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26), καθώς η σχετική ρύθμιση που προβλέπει το «πάγωμα» της κρατικής χρηματοδότησης έχει «φωτογραφικό χαρακτήρα». Κατά την Χρυσή Αυγή η επίμαχη ρύθμιση αναστολής της χρηματοδότησής «δεν θέτει γενικό και απρόσωπο κανόνα δικαίου, αλλά θεσπίσθηκε ειδικώς, προκειμένου να τύχει ατομικής εφαρμογής» για το συγκεκριμένο κόμμα.
Τέλος, επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ότι δεν παραβιάζεται η ΕΣΔΑ, όπως υποστηρίζει η Χρυσή Αυγή, καθώς η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης «δεν συνιστά διακοπή ή αναστολή της λειτουργίας της Χρυσής Αυγής, ούτε συνεπάγεται προσωρινή ή οριστική παρεμπόδισή του προς συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας, αλλά συνίσταται στην προσωρινή αναστολή της καταβολής ενός από τους πλείονες πόρους του, ενώ εξάλλου το παρακρατούμενο ποσό αποδίδεται σε αυτό αναδρομικά σε περίπτωση αθωώσεων των κατηγορουμένων μελών του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου