Ο Γκόγκας Περικλής *
Σύμφωνα με δημοσίευμα του BBC,και είναι πέρα για πέρα αληθινό,η Ελλάδα εκδιώκεται από την νομισματική ένωση λόγω…απάτης.
Μεταφράζοντας το κείμενο του πρακτορείου βλέπουμε ότι αυτό έγινε εξ αιτίας των «χρόνιων προβλημάτων της αδύναμης οικονομίας της» στα οποία οι ελληνικές κυβερνήσεις αντέδρασαν με το να νοθεύσουν το κοινό νόμισμα για να κρύψουν τα προβλήματα αυτά. Τα προβλήματα των υπερβολικών ελλειμμάτων του δημοσίου και της αδυναμίας είσπραξης από τον φορολογικό μηχανισμό, οδήγησαν στο να «κόβεται» κοινό νόμισμα στην Ελλάδα περισσότερο από αυτό που επέτρεπε η συμφωνία σύνδεσης της Ελλάδας στην νομισματική ένωση.
Τα παραπάνω γεγονότα είναι πέρα για πέρα αληθινά. Μας έρχονται όμως βέβαια από το 1908 όταν η Ελλάδα εκδιώχθηκε από την Ευρωπαϊκή νομισματική ένωση που ονομαζότανε «ΛΝΕ - Λατινική Νομισματική Ένωση» (LatinMonetaryUnion). Το 1865 ιδρύθηκε η ΛΝΕ ως μια προσπάθεια για να δημιουργηθεί ένα κοινό νόμισμα στην Ευρώπη. Αυτό θα βοηθούσε στο να προαχθεί και να διευκολυνθεί το ενδο-ευρωπαικό εμπόριο σε μια εποχή που οι διεθνείς συναλλαγές γνώριζαν ραγδαία άνοδο μετά την βιομηχανική επανάσταση. Στις 23 Δεκεμβρίου του 1865 η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο και η Ελβετία αποτέλεσαν τα πρώτες χώρες της ένωσης. Ακολουθήσαν και άλλες χώρες, η Τυνησία, η Αλγερία, το Περού, η Κολομβία, η Βενεζουέλα, η Φινλανδία, η Σερβία, η Βουλγαρία, κλπ. Συνολικά συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα 61 χώρες από όλο τον κόσμο.
Η Ελλάδα μπήκε στην ένωση στις 10 Απριλίου του 1867. Νεότερες μελέτες δείχνουν την ευεργετική επίδραση της ΛΝΕ στην Ελλάδα μέσω: α) της μείωσης της διακύμανσης των τιμών των ελληνικών ομολόγων, β) την μείωση του πληθωρισμού και γ) την αύξηση του διεθνούς εμπορίου και δ) την δημιουργία θετικών προσδοκιών για την μελλοντική εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας μέσα από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και ορθές πρακτικές που θα ήταν απαραίτητες μετά την συμμετοχή. Αυτοί φυσικά ήταν και οι σημαντικότεροι στόχοι –πέραν της διευκόλυνσης των συναλλαγών- από την συμμετοχή σε μια νομισματική ένωση όπως και στην περίπτωση του ευρώ και του EuropeanMonetaryUnionτο 2002. Τα εσωτερικά οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας που συνίσταντο στα σημαντικά ελλείμματα της κυβέρνησης την οδήγησαν στο να κόβει στην Ελλάδα νομίσματα που δεν περιείχαν την επαρκή ποσότητα πολύτιμου μετάλλου όπως όριζαν οι προδιαγραφές της συνθήκης ένταξης. Στο παρακάτω γράφημα βλέπουμε την εξέλιξη των spreadsτων ελληνικών και ισπανικών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα Βρετανικά. Υπάρχει μια πολύ θεαματική μείωση των spreadsγια την Ελλάδα μετά το 1867 που εισήλθε στην ΛΝΕ. Αυτή γίνεται ακόμα πιο μεγάλη αλλά και σταθερή μετά το 1882. Υπάρχει μια μικρή αύξηση το 1893 και το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη και το 1867 με τον αποτυχημένο ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Τα εθνικά νομίσματα τότε ήταν ακόμη φτιαγμένα από χρυσό ή ασήμι. Στην Γαλλία –για παράδειγμα- ίσχυε το διμεταλλικό σύστημα με ταυτόχρονη κυκλοφορία τόσο χρυσών όσο και αργυρών νομισμάτων με ανταλλακτική αξία 15,5 προς 1 (αργυρά ανά χρυσό νόμισμα).
Όπως είναι φυσικό, προκειμένου να γίνονται απρόσκοπτα και χωρίς κίνδυνο οι συναλλαγές τα νομίσματα έπρεπε να περιέχουν συγκεκριμένη ποσότητα χρυσού ή αργύρου έτσι ώστε να ανταλλάσσονται με σταθερή σχέση στις διεθνείς συναλλαγές. Συναλλαγματικές ισοτιμίες με την σημερινή έννοια δεν υπήρχαν τότε. Όμως στις διεθνείς συναλλαγές αν ένα γαλλικό φράγκο περιείχε πχ. 10 γραμμάρια ασήμι και μια ελληνική δραχμή 5 γραμμάρια, τότε 1 γαλλικό φράγκο θα ανταλλάσσονταν με 2 ελληνικές δραχμές. Αυτό που έκανε η Ελλάδα αλλά και πολλά άλλα κράτη, ήταν να κόβουν νομίσματα μεμικρότερη από την προβλεπόμενη ποσότητα πολύτιμου μετάλλου. Έτσι μπορούσαν οι κυβερνήσεις με δεδομένη συνολική ποσότητα μετάλλου να κυκλοφορούν περισσότερα νομίσματα. Τα μη-σύμφωνα με τις προδιαγραφές νομίσματα ανταλλάσσονταν στην συνέχεια με τα γαλλικά που ήταν κομμένα σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Έτσι η Γαλλία δέχτηκε μια πολύ μεγάλη εισροή ξένων νομισμάτων σε αντάλλαγμα δικών της που όμως είχαν μικρότερη εσωτερική αξία σε πολύτιμο μέταλλο. Η ασφαλιστική δικλείδα στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν να κόβονται τα ελληνικά νομίσματα στην Γαλλία και μετά να στέλνονται στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά άρχισαν να βρίσκονται στο Παρίσι πολύ σύντομα μετά την συμφωνία ελληνικές δραχμές κομμένες στην Ελλάδα που ήταν εκτός προδιαγραφών, δηλαδή με μικρότερη ποσότητα πολύτιμου μετάλλου.
Η Ελλάδα αποβλήθηκε από την ένωση το 1908 αλλά έγινε και πάλι δεκτή το 1910. Βλέπουμε χαρακτηριστικά σε αυτό το παράδειγμα από την οικονομική ιστορία της Ελλάδας, πώς η ιστορία επαναλαμβάνεται καλώς ή κακώς. Για την περίπτωσή μας, μάλλον κακώς βέβαια, καθώς δείχνουμε να μην διδασκόμαστε από τα λάθη και τα παθήματά μας. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα που συντηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα τα οποία δεν προέρχονταιαπό σχεδιασμένες δράσεις για την βελτίωση της παραγωγικής υποδομής της ελληνικής οικονομίας και της ανταγωνιστικότητά της φέρνουν νομοτελειακά σοβαρά προβλήματα.
Βιβλιογραφία:
· Bae, Kee-Hong and Bailey, Warren, The Latin Monetary Union: Some Evidence on Europe's Failed Common Currency (July 1, 2003). Review of Development Finance, Vol. 1, pp. 131-149, 2011. Available at SSRN: http://ssrn.com/abstract=422280 orhttp://dx.doi.org/10.2139/ssrn.422280
· Redish, Angela. "The Latin Monetary Union and the emergence of the international gold standard", Monetary regimes in transition. 1st ed. Cambridge: Cambridge University Press, 1993. 68-85. Cambridge Books Online. Web. 17 August 2016.http://dx.doi.org/10.1017/CBO9780511664564.003.
· Flandreau, Marc (2000). "The Economics and Politics of Monetary Unions: A Reassessment of the Latin Monetary Union, 1865–71". Financial History Review. 7 (1): 25–44. doi:10.1017/s0968565000000020.
· Henry Parker Willis, A History of the Latin Monetary Union (U. Chicago Press 1901) p.116
· James Laurence Laughlin (1898). "Chapter XI". The History of Bimetallism in the United States. D. Appleton and Co.
· Henry Parker Willis, A History of the Latin Monetary Union (U. Chicago Press 1901) p.266
Τα παραπάνω γεγονότα είναι πέρα για πέρα αληθινά. Μας έρχονται όμως βέβαια από το 1908 όταν η Ελλάδα εκδιώχθηκε από την Ευρωπαϊκή νομισματική ένωση που ονομαζότανε «ΛΝΕ - Λατινική Νομισματική Ένωση» (LatinMonetaryUnion). Το 1865 ιδρύθηκε η ΛΝΕ ως μια προσπάθεια για να δημιουργηθεί ένα κοινό νόμισμα στην Ευρώπη. Αυτό θα βοηθούσε στο να προαχθεί και να διευκολυνθεί το ενδο-ευρωπαικό εμπόριο σε μια εποχή που οι διεθνείς συναλλαγές γνώριζαν ραγδαία άνοδο μετά την βιομηχανική επανάσταση. Στις 23 Δεκεμβρίου του 1865 η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο και η Ελβετία αποτέλεσαν τα πρώτες χώρες της ένωσης. Ακολουθήσαν και άλλες χώρες, η Τυνησία, η Αλγερία, το Περού, η Κολομβία, η Βενεζουέλα, η Φινλανδία, η Σερβία, η Βουλγαρία, κλπ. Συνολικά συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα 61 χώρες από όλο τον κόσμο.
Η Ελλάδα μπήκε στην ένωση στις 10 Απριλίου του 1867. Νεότερες μελέτες δείχνουν την ευεργετική επίδραση της ΛΝΕ στην Ελλάδα μέσω: α) της μείωσης της διακύμανσης των τιμών των ελληνικών ομολόγων, β) την μείωση του πληθωρισμού και γ) την αύξηση του διεθνούς εμπορίου και δ) την δημιουργία θετικών προσδοκιών για την μελλοντική εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας μέσα από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και ορθές πρακτικές που θα ήταν απαραίτητες μετά την συμμετοχή. Αυτοί φυσικά ήταν και οι σημαντικότεροι στόχοι –πέραν της διευκόλυνσης των συναλλαγών- από την συμμετοχή σε μια νομισματική ένωση όπως και στην περίπτωση του ευρώ και του EuropeanMonetaryUnionτο 2002. Τα εσωτερικά οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας που συνίσταντο στα σημαντικά ελλείμματα της κυβέρνησης την οδήγησαν στο να κόβει στην Ελλάδα νομίσματα που δεν περιείχαν την επαρκή ποσότητα πολύτιμου μετάλλου όπως όριζαν οι προδιαγραφές της συνθήκης ένταξης. Στο παρακάτω γράφημα βλέπουμε την εξέλιξη των spreadsτων ελληνικών και ισπανικών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα Βρετανικά. Υπάρχει μια πολύ θεαματική μείωση των spreadsγια την Ελλάδα μετά το 1867 που εισήλθε στην ΛΝΕ. Αυτή γίνεται ακόμα πιο μεγάλη αλλά και σταθερή μετά το 1882. Υπάρχει μια μικρή αύξηση το 1893 και το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη και το 1867 με τον αποτυχημένο ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Τα εθνικά νομίσματα τότε ήταν ακόμη φτιαγμένα από χρυσό ή ασήμι. Στην Γαλλία –για παράδειγμα- ίσχυε το διμεταλλικό σύστημα με ταυτόχρονη κυκλοφορία τόσο χρυσών όσο και αργυρών νομισμάτων με ανταλλακτική αξία 15,5 προς 1 (αργυρά ανά χρυσό νόμισμα).
Όπως είναι φυσικό, προκειμένου να γίνονται απρόσκοπτα και χωρίς κίνδυνο οι συναλλαγές τα νομίσματα έπρεπε να περιέχουν συγκεκριμένη ποσότητα χρυσού ή αργύρου έτσι ώστε να ανταλλάσσονται με σταθερή σχέση στις διεθνείς συναλλαγές. Συναλλαγματικές ισοτιμίες με την σημερινή έννοια δεν υπήρχαν τότε. Όμως στις διεθνείς συναλλαγές αν ένα γαλλικό φράγκο περιείχε πχ. 10 γραμμάρια ασήμι και μια ελληνική δραχμή 5 γραμμάρια, τότε 1 γαλλικό φράγκο θα ανταλλάσσονταν με 2 ελληνικές δραχμές. Αυτό που έκανε η Ελλάδα αλλά και πολλά άλλα κράτη, ήταν να κόβουν νομίσματα μεμικρότερη από την προβλεπόμενη ποσότητα πολύτιμου μετάλλου. Έτσι μπορούσαν οι κυβερνήσεις με δεδομένη συνολική ποσότητα μετάλλου να κυκλοφορούν περισσότερα νομίσματα. Τα μη-σύμφωνα με τις προδιαγραφές νομίσματα ανταλλάσσονταν στην συνέχεια με τα γαλλικά που ήταν κομμένα σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Έτσι η Γαλλία δέχτηκε μια πολύ μεγάλη εισροή ξένων νομισμάτων σε αντάλλαγμα δικών της που όμως είχαν μικρότερη εσωτερική αξία σε πολύτιμο μέταλλο. Η ασφαλιστική δικλείδα στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν να κόβονται τα ελληνικά νομίσματα στην Γαλλία και μετά να στέλνονται στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά άρχισαν να βρίσκονται στο Παρίσι πολύ σύντομα μετά την συμφωνία ελληνικές δραχμές κομμένες στην Ελλάδα που ήταν εκτός προδιαγραφών, δηλαδή με μικρότερη ποσότητα πολύτιμου μετάλλου.
Η Ελλάδα αποβλήθηκε από την ένωση το 1908 αλλά έγινε και πάλι δεκτή το 1910. Βλέπουμε χαρακτηριστικά σε αυτό το παράδειγμα από την οικονομική ιστορία της Ελλάδας, πώς η ιστορία επαναλαμβάνεται καλώς ή κακώς. Για την περίπτωσή μας, μάλλον κακώς βέβαια, καθώς δείχνουμε να μην διδασκόμαστε από τα λάθη και τα παθήματά μας. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα που συντηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα τα οποία δεν προέρχονταιαπό σχεδιασμένες δράσεις για την βελτίωση της παραγωγικής υποδομής της ελληνικής οικονομίας και της ανταγωνιστικότητά της φέρνουν νομοτελειακά σοβαρά προβλήματα.
Βιβλιογραφία:
· Bae, Kee-Hong and Bailey, Warren, The Latin Monetary Union: Some Evidence on Europe's Failed Common Currency (July 1, 2003). Review of Development Finance, Vol. 1, pp. 131-149, 2011. Available at SSRN: http://ssrn.com/abstract=422280 orhttp://dx.doi.org/10.2139/ssrn.422280
· Redish, Angela. "The Latin Monetary Union and the emergence of the international gold standard", Monetary regimes in transition. 1st ed. Cambridge: Cambridge University Press, 1993. 68-85. Cambridge Books Online. Web. 17 August 2016.http://dx.doi.org/10.1017/CBO9780511664564.003.
· Flandreau, Marc (2000). "The Economics and Politics of Monetary Unions: A Reassessment of the Latin Monetary Union, 1865–71". Financial History Review. 7 (1): 25–44. doi:10.1017/s0968565000000020.
· Henry Parker Willis, A History of the Latin Monetary Union (U. Chicago Press 1901) p.116
· James Laurence Laughlin (1898). "Chapter XI". The History of Bimetallism in the United States. D. Appleton and Co.
· Henry Parker Willis, A History of the Latin Monetary Union (U. Chicago Press 1901) p.266
*tovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου