Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Η Γκόλφω και ο Τάσος συγκινούν ακόμη και μετά από 120 χρόνια!!!

Η «Γκόλφω» κέρδισε τον Χρόνο και την Αγάπη
Ολος ο θίασος της «Γκόλφως» επί σκηνής για την παράσταση που ανέβασε ο Νίκος Καραθάνος ,στο Εθνικό Θέατρο

Η «Γκόλφω» κέρδισε τον Χρόνο και την Αγάπη
Εκατόν είκοσι (ακριβώς!) χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του το βουκολικό δράμα του Σπυρίδωνος Περεσιάδη, που έχει θεωρηθεί διαχρονικά θαυμαστό «σωσίβιο θιάσων», αναδείχθηκε σύγχρονο θεατρικό φαινόμενο με ουρές στα ταμεία του Εθνικού.
    Οι αριθµοί µιλούν από µόνοι τους, σύμφωνα  με το tanea.gr 
  •  23.000 θεατές στο Rex-Σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη, 
  • πάνω από 5.000 στην Επίδαυρο, 
  • 1.500 στα 48α Δηµήτρια του Δήµου της Θεσσαλονίκης και 
  • 17.000 στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, µέχρι το βραδάκι της Πέµπτης, όταν έκλεισε οριστικά ο κύκλος.
Πάνω από 46.000 άνθρωποι χειροκρότησαν την «Γκόλφω», το διαχρονικό έργο του ποιητή και συγγραφέα από το Μεσορρούγι Αιγιαλείας Σπυρίδωνος Περεσιάδη, το οποίο αναβίωσαν με βάση το αρχικό, γοητευτικότατο - ακόμη και πάντα - διαχρονικό κείμενό του για την Αγάπη, το Μίσος, το Χρήμα και τη Συγχώρηση το Εθνικό Θέατρο και ο σκηνοθέτης Νίκος Καραθάνος. Και όταν λέμε χειροκρότησαν, εννοούμε θερμότατα: τουλάχιστον έξι αυλαίες με πολλά «μπράβο» έκαναν οι ηθοποιοί σε κάθε παράσταση και 15 στην τελευταία απογειωτική παράσταση, με πολλή συγκίνηση και δάκρυα, στο κτίριο Τσίλερ!Δεν είναι όμως μόνο αυτά τα στοιχεία που έκαναν τη μαύρη (ως προς το σκηνικό και τις φουστανέλες των πρωταγωνιστών) εκδοχή του έρωτα και του πρόωρου χωρισμού της Γκόλφως και του Τάσου να λογίζεται ως φωτεινή σελίδα στην ιστορία του Εθνικού αλλά και του ελληνικού θεάτρου εν γένει.
                         Ενα φαινόμενο
«Μια μεγάλη σελίδα για το θέατρο», όπως δήλωνε χθες στα «ΝΕΑ» ο πρεσβύτερος της ελληνικής θεατρικής σκηνής, ο 86χρονος Γιάννης Βογιατζής (είχε βγει το 1948 από τη δραματική σχολή). Μια επιτυχία που ανάλογή της ο ίδιος είχε ζήσει μόνο με το θεατρικό «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», με την Αλίκη Βουγιουκλάκη (είχε τον ρόλο που στον κινηματογράφο ερμήνευσε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας), στο ίδιο θέατρο όπου ξεκίνησε και η «Γκόλφω», το Rex. Ισως χρειάζεται να προσθέσουμε εδώ μία άλλη μεγάλη θεατρική επιτυχία εκείνης της εποχής, το «Αγάπη μου Ουά Ουά» με τους Κώστα Ρηγόπουλο και Κάκια Αναλυτή.
Ο Γιάννης Βογιατζής είχε προβλέψει την επιτυχία από τις πρόβες ακόμη, λέγοντας «θα έχουμε πρόβλημα από την ανάποδη - δεν θα μπορούμε να το κατεβάσουμε»!
Την πρώτη εβδομάδα παραστάσεων της «Γκόλφως» (η πρεμιέρα ήταν στις 6 Μαρτίου 2013) η αίθουσα δεν ήταν γεμάτη. Ωστόσο, μετά τις πρώτες εντυπώσεις που κυκλοφόρησαν από στόμα σε στόμα με τεράστια ταχύτητα και θέρμη, από τη δεύτερη εβδομάδα τα εισιτήρια άρχισαν να προπωλούνται σε χρόνους ρεκόρ (εδώ να σημειωθεί ότι η προπώληση γινόταν κυρίως μέσω Ιντερνέτ), η αίθουσα να γεμίζει ασφυκτικά (προς το τέλος δίνονταν την τελευταία στιγμή ακόμη και θέσεις που κρατούσε για έκτακτες περιπτώσεις το Εθνικό), στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο τα ενθουσιώδη σχόλια και η πιο συγκινητική στιγμή της παράστασης, ο σπαρακτικός μονόλογος της Γκόλφως (διά στόματος Λυδίας Φωτοπούλου, μια από τρεις ηθοποιούς που ενσάρκωσαν την τραγική κόρη βοσκού από τον Χελμό) «Είναι η αγάπη», με την προσθήκη στο μεστό κείμενο του Περεσιάδη στίχων από τη Λένα Κιτσοπούλου, να αποκτά όλο και περισσότερους θαυμαστές στο YouTube, όπου ανέβηκε (πάνω από 31.000 μέχρι σήμερα).
Δεν ήταν μόνο αυτά που ανέδειξαν την «Γκόλφω» σε φαινόμενο - και αυτό σε μια πολύ δύσκολη χρονιά για το ελληνικό θέατρο και τους ηθοποιούς του. Είναι και το γεγονός ότι πολύ σπάνια είχαμε δει τόσους τριαντάρηδες (έως το πολύ σαραντάρηδες), που θεωρούνται το πιο δυναμικό κοινό, να συνωστίζονται στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου για το Κοτοπούλη-Rex ή έξω από το κτίριο Τσίλερ στην Αγίου Κωνσταντίνου. Ακόμη και να περιμένουν υπομονετικά μήπως ακυρωθεί κάποια θέση, λίγο πριν από τις παραστάσεις, που πλέον ήταν διαρκώς sold out. Τη φράση «η παράσταση της χρονιάς» την ακούσαμε από αρκετά χείλη, στις τρεις παραστάσεις που παρακολουθήσαμε.
Ακόμη και πολλές από τις φράσεις που λανσάρισε το κείμενο του Περεσιάδη, είτε μεταφέροντας λαϊκές ρήσεις είτε πλάθοντας νέες: «Αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας», «Σαν την καλαμιά στον κάμπο», «Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι». Φράσεις που αντιλάλησαν στα μαύρα ογκωδέστατα μαξιλάρια, τα οποία είχε μεταπλάσει σε... ράχες του Χελμού η σκηνογράφος Ελλη Παπαγεωργακοπούλου, ύστερα από εκείνη την εναρκτήρια: «Καλώς τήνε την πέρδικα, πο' καμα μαύρα μάτια ώς να τη δω», για τη διαχρονική ηρωίδα που αγάπησε και προδόθηκε για το χρήμα.
Οι πρωτιές
Δεν είναι τυχαίο ότι η «Γκόλφω», έργο που με κάποιον τρόπο συμβολίζει την Ελλάδα - «έργο απίστευτης καθαρότητας, από αυτά που πρέπει να το κοιτάζουμε από την αρχή και σαν παιδιά να ξαπλώνουμε πάνω τους, να κοιμηθούμε με αυτά», όπως έχει πει ο σκηνοθέτης Νίκος Καραθάνος - έχει πολλές από τις ελληνικές πρωτιές, πέρα από το ρεκόρ των παραστάσεών της στα πρώτα χρόνια και το γεγονός ότι επί δεκαετίες θεωρούνταν «σωσίβιο θιάσων», καθώς προκαλούσε κοσμοσυρροή στα ταμεία.
Η «Γκόλφω» είναι και η πρώτη γνωστή μεγάλου μήκους ελληνική ταινία (βωβή), που γυρίστηκε το 1914 από τον Κωνσταντίνο Μπαχατόρη. Στην πιο γνωστή ομιλούσα εκδοχή της, το 1955 από τον Ορέστη Λιάσκο, που έκοψε 115.285 εισιτήρια - αριθμός ρεκόρ τότε - έφερε στην οθόνη ως Γκόλφω την Αντιγόνη Βαλάκου, τον εμπορικότατο τότε Μίμη Φωτόπουλο, τον ηθοποιό του Εθνικού Γιώργο Γληνό ως Τάσο και για πρώτη φορά έβαλε στον ελληνικό κινηματογράφο το δραστήριο συγκρότημα Ελληνικών Χορών της Δόρας Στράτου, αλλά και τον μεγάλο της δημοτικής παράδοσης Δημήτρη Ζάχο. Ο τελευταίος πέρασε και στα βουκολικά δράματα που έγιναν της μόδας εκείνη την εποχή, χάρη στην «Γκόλφω», με πρώτο τον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας», που οδήγησε στη μεταγραφή σε δημοτικό μιας παλιάς ιταλικής καντσονέτας στο ομότιτλο τραγούδι! Το εντυπωσιακό είναι ότι η κινηματογραφική «Γκόλφω» συνδύασε και τη μουσική του Τάκη Μωράκη και το Τρίο Μέλοντι και το Τρίο Αρμονία!
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι «Γκόλφω» παίζει και το μπουλούκι των ηθοποιών στον «Θίασο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που ακολουθεί την Ιστορία της Ελλάδας.
Το 1974 πάντως η τραγική ηρωίδα, που χάνει τον Τάσο της από την πλούσια κόρη τσέλιγκα Σταυρούλα (μεταμορφωμένη σε... αρκούδα στην παράσταση του Εθνικού), γαλούχησε και τη νεότερη γενιά μεταπλασμένη από το Ελεύθερο Θέατρο στην παράσταση «Μια ζωή Γκόλφω». Αλλά και μετά το 2004 μία σειρά από παραστάσεις που πειραματίστηκαν με το βουκολικό δράμα του Περεσιάδη γνώρισε πιένες: «Goλfω!», «Γκόλφω Reloaded», «Goλfω! Directors cut» του Σίμου Κακάλα και μια εκδοχή με... ιαπωνικά μάνγκα.Κάπως έτσι, ο θρύλος έζησε. Κυρίως όμως ανέπνευσε, αναπνέει και, όπως δείχνουν, τα πράγματα θα αναπνέει το διαχρονικό, δυνατό κείμενο της «Γκόλφως».
Εξού και οι ατάκες που ακούσαμε στο πεζοδρόμιο της οδού Μενάνδρου, έξω από το Εθνικό, εν αναμονή των τελευταίων παραστάσεων, οι οποίες παρότι δόθηκαν - αναγκαστικά - στις 16.30 γέμισαν ασφυκτικά. «Θέλαμε να δούμε αν ένα έργο που γράφτηκε πριν από 120 χρόνια ισχύει ακόμη», έλεγαν δύο τριαντάρες. «Βλέπουμε ότι τελικά, τόσα χρόνια μετά, τίποτα δεν έχει αλλάξει». Δίπλα ένας κύριος μας δηλώνει ότι είχε παίξει τον ρόλο του Τάσου πριν από 45 χρόνια, στο γυμνάσιο. «Μόλις μάθαμε ότι ξαναπαίζεται, ζήτησα από την εγγονή μου να κλείσει εισιτήρια για να το δω μαζί με τη γυναίκα μου».
Τελευταία εικόνα - και επιστροφή στο δεινό σήμερα. «Σκέφτομαι πόσες φορές έχω ερωτευτεί και έχω απογοητευτεί από άνδρες που μου υποσχέθηκαν αιώνια αγάπη. Τελικά, μπροστά στα χρήματα, η αγάπη δεν μετράει», σχολιάζει μια νέα γυναίκα κατεβαίνοντας τα σκαλιά προς την Αγίου Κωνσταντίνου. Ο συνοδός της συνοφρυωμένος διαμαρτύρεται ότι ανάλογα φέρονται και οι γυναίκες - πόσω μάλλον σήμερα, «που δεν πρόκειται να ζεσταθείς με αγάπη αλλά με πετρέλαιο»...
Πηγή:tanea.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου