Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Γιάννης Κουβαράς , εμπνευσμένος καθηγητής και μία εκπληκτική επιστολή του προς τους τελειόφοιτους του 2ου Λυκείου Βριλησίων



Του Τάκη Kαμπύλη (Καθημερινή (16/5/09)

Πέρυσι τέτοια εποχή οι τελειόφοιτοι του 2ου Λυκείου Βριλησσίων βρήκαν στα θρανία τους 
μία επιστολή.
 ΄Hταν από τον φιλόλογό τους (και σεβαστό δάσκαλο) Γιάννη Κουβαρά
Αυτοί μπροστά σε μια μεγάλη αρχή, ο Γ. Κουβαράς κοντά στη συνταξιοδότηση. 
Γιατί την έστειλε στους μαθητές του;

Διότι «η ευτυχία δεν ανεβαίνει στα ρετιρέ επειδή λαχανιάζει. Αλλά το 2ο Λύκειο Βριλησσίων είναι ρετιρέ και πάσης Ελλάδος. Σύμφωνα με τα στατιστικά πλασάρεται στη 10άδα ανάμεσα στα 3 χιλιάδες λύκεια όλης της χώρας. Και βέβαια προτιμώ ένα σχολείο που βγάζει ευτυχισμένους οδοκαθαριστές από ένα που βγάζει νευρωτικούς επιστήμονες, σήμερα που έχουμε έλλειμμα ευτυχίας και πλεόνασμα επιστημόνων (…) Το 2ο Βριλησσίων είναι ευτυχισμένο γιατί πολλές φορές τελειώνατε το μάθημα και δεν φεύγατε (από τον συνήθη τόπο του εγκλήματος) μένατε στον χώρο του σχολείου, συζητούσατε, περιμένατε τους φίλους σας από άλλα τμήματα, νιώθατε δικό σας τον χώρο. Αυτό το γεγονός με συγκινεί, το εκλαμβάνω ως βαρόμετρο υγείας κι ευτυχίας, ως άμυνα συλλογικότητας που τόσο τη χρειαζόμαστε (επικοινωνώ άρα υπάρχω…)».

               «Το καλλίτερο σχολείο»
Ο καθηγητής εξηγεί στα «παιδιά» του στη συνέχεια της επιστολής του πως «το καλλίτερο σχολείο δεν είναι εκείνο που έχει τις περισσότερες επιτυχίες (οι στατιστικές είναι σαν τα μαγιώ, δείχνουν πολλά αλλά κρύβουν τα ουσιωδέστερα). Το καλλίτερο σχολείο είναι εκείνο που οι μαθητές του το μισούν λιγότερο. Σ’ αυτό ήθελα να με κρίνετε».

Η επιστολή είναι από έναν μεγάλο φιλόλογο. Και ισορροπεί ανάμεσα σε στίχους, συμβουλές, σκέψεις και παιχνίδια λόγου. Είναι μια άλλη γλώσσα, με άλλες προτεραιότητες για έφηβους γεμάτους άγχος και χωρίς χρόνο. Κι ο Γ. Κουβαράς το ξέρει αυτό:
  •  «Σπαταλήστε τη μισή νιότη σας σε ουτοπίες. Την υπόλοιπη στα έργα της θάλασσας, στα έργα της αγάπης. Ανοίξτε πανιά στο Αδύνατο. Για να φτάσετε στο δυνατό. Αριστοκράτες στην τέχνη, στους τρόπους. Δημοκράτες στη ζωή. Ή αλλιώς μάγκες στα αλώνια, κύριοι στα σαλόνια. Το επαναλαμβάνω. Κανείς δεν ψήλωσε κονταίνοντας τους άλλους. Μόνο ασκήσεις σε μονόζυγο δίνουν πόντους “για να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα και θα δούμε τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν, τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο, τη θάλασσα να κυματίζει. Λίγο ακόμα να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα”. Σεφερικά και σταθερά Ψηλά τις καρδιές (…)».
  • «Σπαταλήστε χρόνο, αλλιώς πώς θ’ ανακαλύψετε τη ζωή; Η ζωή είναι ωραία αλλά τα ’χει φτιάξει με άλλον. Επιμένετε και θα σας ενδώσει και δώσει. Αλλά επιμένετε (“επιμένετε και στον εαυτό σας να σας απαντήσει. Μην του επιτρέπετε υπεκφυγές”). Μην εμπιστεύεστε τα εύκολα. Απογοητεύουν εύκολα. Να είστε αναγεννησιακοί de omnibus dubitandum για όλα να αμφιβάλλετε εκτός από ένα (“γιατί και η αμφιβολία πρέπει κάπου να πατάει”, Wittgenstain), την Αγάπη (η αμφιβολία στην αγάπη είναι αμαρτία)… Να λέτε τα άσχημα μπροστά στους φίλους σας. Τα καλά τους πίσω τους. Αντιγράψτε τα καλά του Μείζονος Ελληνισμού. Διαγράψτε τα άσχημα του Μίζερος Ελληνισμού. Μην κόβετε φλέβες, κόψτε λ.χ. το κάπνισμα. Μη χτυπάτε ενέσεις, εν ανάγκη χτυπήστε το κεφάλι σας στον τοίχο, ίσως πάρει μπροστά. Μην τα βάζετε με το γείτονα. Δεν είναι εχθρός. Ο εχθρός είναι μέσα μας, τα ελαττώματά μας. Αυτά πολεμήστε και περιορίστε.
  •  Μην καίτε τα βιβλία στο τέλος της χρονιάς. Μυρίζει καμμένη σάρκα, καμμένα μυαλά από Αουσβιτς μεριά. Κάψτε καλλίτερα προλήψεις, προκαταλήψεις και λοιπά λιπαρά. Τα βιβλία είναι για να φωτίζουν. Φωτιστείτε και αυτοαναναφλεχθείτε οι ίδιοι με βιβλία. “Αν δεν καείς εσύ, αν δεν καώ εγώ πώς θα γεννούνε τα σκοτάδια φως; (Χικμέτ). Εκεί που καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε ανθρώπους” (Τόμας Μαν το 1933 δηλ. το 1943 ήταν κοντά)».
                           «Μακρύς ο δρόμος»
Η επιστολή στους μαθητές του 2ου Λυκείου ξεκινάει με Εμπειρίκο: 
  • «Πάρε τη λέξη μου Δος μου το χέρι σου» και συνεχίζει με το «Μακρύς ο δρόμος απ’ την ανία της εκπαίδευσης στη μαγία της Παιδείας, στη μαγγανία της. Διανύστε τον όμως. Εν ανάγκη με τα γόνατα, και ματωμένα. Αξίζει! (…) Μην περιορίζετε την πραγματικότητα στα 21cm της TV (έγχρωμη TV, ασπρόμαυρη ζωή), όταν η πραγματικότητα είναι απεριόριστη και κυρίως υπάρχουν τόσες πραγματικότητες όσες μπορείς να φανταστείς. Φτιάξε τη δική σου, ομορφότερη από όλες τις άλλες. Είπαν την TV μηχανισμό αχρήστευσης του ανθρωπίνου βλέμματος. Μην αχρηστεύετε το πολυτιμότερο. Αναγνώστε πρόσωπα, το πιο συναρπαστικό και ωραίο ανάγνωσμα που υπάρχει.(…) Ο μόνος ιερός τόπος που υπάρχει, μάλλον ο πιο ιερός, είναι το ανθρώπινο πρόσωπο. Γι’ αυτό στην Κόλαση οι άνθρωποι είναι δεμένοι πιστάγκωνα πλάτη με πλάτη. Υπάρχει κόλαση/τιμωρία μεγαλύτερη από τη στέρηση του βλέμματος του άλλου;»
Και η επιστολή στους μαθητές καταλήγει:
  •  «Η ζωή είναι μιγαδική και μαγική. Εμπεριέχει και τη φαντασία. Οξυγονώστε την συχνότερα. Εκανα για σας λιγότερα από όσα ήθελα και περισσότερα από όσα μπορούσα. Ο αη-Αλύπιος ας σας έχει όλους καλά».
    Ο Γιάννης Κουβαράς γεννήθηκε στο Άστρος Κυνουρίας το 1950. Είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάζεται στη μέση εκπαίδευση. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: "Οδός Ανθρώπου" (1983), "Δωρητής σώματος" (1988) και "Μέσα Θάλασσα" (1999). Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε διάφορες ανθολογίες. Έχει δημοσιεύσει μελέτες σε λογοτεχνικά και επιστημονικά περιοδικά (Διαβάζω, η λέξη, Εντευκτήριο, Νέα Παιδεία, Επιστημονική Σκέψη, Μανδραγόρας κ.ά.), καθώς και κριτικές βιβλίων σε εφημερίδες (Η Καθημερινή, Αυγή, Ελευθεροτυπία κ.ά.) και σε περιοδικά. Πολλές από τις κριτικές του έχουν εκδοθεί σε δύο τόμους με τίτλο "Επί πτερύγων βιβλίων" (1995). Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2006-07 δίδαξε Δραματική Ποίηση στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, ενώ επί σειρά ετών δίδασκε Λογοτεχνία σε σεμινάρια επιμόρφωσης εκπαιδευτικών (ΠΕΚ).                  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου