Ο Περίανδρος ,που έγινε Αντωνάκης
Με καθυστέρηση οχτώ χρόνων ο Περίανδρος καταδικάστηκε για την επίθεση δολοφονίας του Δημ. Κουσουρή και των δύο συντρόφων του. Οι συνεργοί του παραμένουν ατιμώρητοι, όμως το δικαστήριο κατέληξε ότι πρόκειται για την ομάδα κρούσης της ναζιστικής συμμορίας Χρυσή Αυγή.
Η τριήμερη δίκη στο Μεικτό Ορκωτό που κατέληξε στη βαριά καταδίκη του περιβόητου «Περίανδρου», υπαρχηγού της Χρυσής Αυγής, κατά κόσμον Αντώνη Ανδρουτσόπουλου, τράβηξε τα φώτα της δημοσιότητας μόνο στο τέλος της, χάρη στις γνωστές ασχήμιες των τελευταίων πιστών του δικαζόμενου φαλαγγάρχη. Βρισιές και απειλές εναντίον των δικαστών, των δικηγόρων των θυμάτων και των δημοσιογράφων, βεβήλωση του εθνικού ύμνου με ναζιστικούς χαιρετισμούς, χουλιγκανισμοί, χειρονομίες, και άλλα…
Ωστόσο, αυτή η δίκη έχει μια ξεχωριστή σημασία που αξίζει να επισημανθεί, γιατί από την ακροαματική διαδικασία δεν προέκυψε μόνο η ενοχή του κατηγορουμένου που αποτυπώθηκε στην ομόφωνη απόφαση, πράγμα σχετικά σπάνιο για δικαστήρια με ενόρκους. Το σημαντικότερο είναι ότι το δικαστήριο αποδέχθηκε ότι την εγκληματική ενέργεια εις βάρος του Δημήτρη Κουσουρή και των συναγωνιστών του (Γιάννη Καραμπατσόλη, Ηλία Φωτιάδη) την πραγματοποίησε στις 16 Ιουνίου 1998 το απόγευμα η ομάδα κρούσης της Χρυσής Αυγής, η ίδια που βρισκόταν πριν από λίγη ώρα στα δικαστήρια της Ευελπίδων.
Η διαπίστωση αυτή έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί είναι η πρώτη φορά που ένα δικαστήριο όχι μόνο καταλογίζει εγκληματική δραστηριότητα σε ένα στέλεχος αυτής της οργάνωσης, αλλά αποδέχεται ότι επρόκειτο για οργανωμένη ομάδα της ναζιστικής οργάνωσης που έδρασε με συγκεκριμένο σχέδιο σαφή και προμελέτη.
Περίανδρος ή Αντωνάκης;
Παρά τη βαριά καταδίκη του, ο κ. Ανδρουτσόπουλος δεν μπορεί να έχει παράπονα από την ελληνική δικαιοσύνη. Η δίκη διεξήχθη με τους όρους που εκείνος επέλεξε. Φρόντισε, λοιπόν, ο κ. Ανδρουτσόπουλος από Περίανδρος να μεταβληθεί σε Αντωνάκη για τις ανάγκες της δίκης. Μοναδικοί μάρτυρες που επελέγησαν για την υπεράσπισή του ήταν δύο ηλικιωμένοι οικογενειακοί φίλοι, ο γιατρός των γονιών του και ο μητροπολίτης Νοτίου Αμερικής που τον είχε βαφτίσει στη Βενεζουέλα πριν από τέσσερις δεκαετίες.
Ούτε ένα στέλεχος της Χρυσής Αυγής δεν εμφανίστηκε για να τον υπερασπίσει. Μάλιστα, τις δύο πρώτες μέρες απέφυγαν να εμφανιστούν και στο δικαστήριο οι συναγωνιστές του, επιτρέποντας έτσι σε καθένα να υποθέσει ότι οι ισχυρισμοί της Χρυσής Αυγής περί «αναστολής της δράσης της» είναι ειλικρινείς.
Αυτή η επιλογή αποδείχτηκε μπούμερανγκ για τον Περίανδρο. Το δικαστήριο δεν ήταν τόσο αφελές για να αποδεχτεί τη χοντροκομμένη μεταμόρφωση του φαλαγγάρχη σε φιλήσυχο καλόπαιδο. Οσο για τους δύο μάρτυρες υπεράσπισης, άθελά τους, αποκάλυψαν όσα έπρεπε να κρύψουν. Μιλούσαν κι οι δύο για «αντιπαράθεση» ομάδων και για συγκρούσεις, επιβεβαιώνοντας έμμεσα τη συμμετοχή του κατηγορούμενου. «Είναι θλιβερό να γίνονται συμπλοκές αντιφρονούντων», θα πει ο οικογενειακός γιατρός.Και θα προσθέσει ότι δεν είναι σε θέση να επιλέξει «υπέρ της μιας ή της άλλης μερίδος». Οσο για τον μητροπολίτη, αυτός θεώρησε ότι πρόκειται για ένα «λάθος» και επέμενε ότι «σε μια σύγκρουση είναι αμφοτεροβαρείς οι συνθήκες. Ξέρετε ότι σε μια σύγκρουση δεν φταίει μόνο ο ένας».
Δικαστής: «Εχετε υπόψη σας στη συγκεκριμένη σύγκρουση τι συνέβη;»
Μητροπολίτης: «Εχω ακούσει…»
Δικαστής: «Η μια ομάδα κρατούσε ξύλα και ρόπαλα και η άλλη έπινε καφέ. Δεν είναι αμφοτεροβαρής σύγκρουση».
Μητροπολίτης: [επιμένει στα δικά του] «Εγώ νομίζω ότι υπήρχε μία ομάδα νέων -τέτοια εικόνα έχω- και μια άλλη ομάδα, με διαφορετικές αντιλήψεις και συγκρουστήκανε».
Αυτά του είπανε του ανθρώπου, αυτά κατέθετε. Αλλά ενδιαφέρον είχε και η περιγραφή της παιδικής ηλικίας του Περίανδρου από τον ρασοφόρο νονό του: «Ο Αντωνάκης ήταν ένα παιδί που το καμαρώναμε, όπως και τον αδελφό του. Ηταν μια μεγάλη οικογένεια, η οποία ήταν στην εκκλησία μέσα. Καμαρώναμε τον Αντώνη με τον αδελφό του το Νίκο. Θυμάμαι που είχε πέσει ο Νίκος και έβγαινε λίγο αίμα. Του λέω, μην κλαις. Κι αυτός απαντάει, δεν κλαίω θείε μου γιατί χτύπησα το γόνατο, κλαίω γιατί χάνεται ελληνικό αίμα».
Προφανώς, το αίμα του Κουσουρή και των συντρόφων του δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία. Αλλά ο μητροπολίτης εξέθεσε κι άλλους ενδιαφέροντες συλλογισμούς:
Μητροπολίτης: «Με εκπλήττει το γεγονός. Πώς είναι δυνατόν, εκ της οικογενείας αυτής, ένα παιδί με τέτοια προαγωγή πνευματική και μυϊκή, πώς μπλέχτηκε και βρέθηκε σε μια τέτοια σύγκρουση».
Πρόεδρος: «Μυϊκή; Γιατί το λέτε;»
Μητροπολίτης: «Ηταν πάντοτε δυνατό παιδί. Επαιζε, γυμναζόταν και λοιπά. Ηταν ένα παιδί με δύναμη».
Η απολογία
Την ίδια εικόνα του «Αντωνάκη» επιχείρησε να εμφανίσει και ο ίδιος ο «Περίανδρος» στην απολογία του.
Οπως αποδείχθηκε από την απόφαση του δικαστηρίου, η προσπάθειά του απέτυχε, όπως και των μαρτύρων του. Ηταν η τρίτη μέρα της δίκης και είχαν ήδη λάβει θέση στο ακροατήριο οι συναγωνιστές του που σηκώθηκαν όρθιοι σε στάση προσοχής μόλις ο φαλαγγάρχης τους μπήκε στην αίθουσα, διαψεύδοντας εμπράκτως τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης ότι δεν ήταν δα και κανένα σπουδαίο στέλεχος της ναζιστικής οργάνωσης.
* Ο κ. Ανδρουτσόπουλος χρησιμοποιεί μια δικιά του διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας, προσπαθώντας να συνδυάσει καταλήξεις καθαρεύουσας με καθημερινές σημερινές εκφράσεις, διανθισμένες με «δύσκολες» λέξεις που δεν πολυκαταλαβαίνει τη χρήση τους. Στους μεγαλύτερους η γλώσσα αυτή θυμίζει κάτι μεταξύ δικτάτορα Παπαδόπουλου και Μποστ.
* Ο Περίανδρος-Αντωνάκης φρόντισε πρώτα να καταδικάσει τη δολοφονική επίθεση: «Βεβαίως και δεν επικροτώ αυτές τις ενέργειες. Υπεράσπισα τον εαυτό μου κάποτε στο πεζοδρόμιο, σε βάρος τέτοιων ενεργειών. Βεβαίως και δεν ήμουν ένας ειρηνόφιλος Γιαχωβάς. Είμαι ένας άνθρωπος ζωντανός και σοβαρός στο βαθμό που να μην εμφιλοχωρήσω στις λεπτομέρειες της παραφιλολογίας που ανέπτυξαν οι άλλοι. Δεν θα πω ότι είμαι χαρακτηριστική περίπτωση Ντρέιφους».
* Ασφαλώς, δεν γνωρίζει ο κ. Ανδρουτσόπουλος ότι ο Ντρέιφους ήταν Εβραίος για να ταυτίζεται τόσο εύκολα μαζί του. Κατά τα άλλα, παραδέχτηκε ότι βρισκόταν στα δικαστήρια με την ομάδα της Χρυσής Αυγής, δεν είχε μάλιστα δυσκολία να πει και ονόματα συναγωνιστών του που μετείχαν στην ίδια ομάδα: «Ηταν ο αδελφός μου, ο κ. Ζαφειρόπουλος, ο κ. Κουσουμβρής. Μάλλον επτά άτομα».
* Ως άλλοθι επικαλέστηκε την παρουσία του στο οικογενειακό τραπέζι: «Πήρα ταξί και πήγα στο σπίτι μου. Εκεί ήσαν οι γονείς μου και η αδελφή μου, επίσης εκπαιδευτικός. Φάγαμε, όπως κάνει μια κανονική οικογένεια, και συνέχισε η ζωή μας κανονικά».
* Βέβαια δεν είχε τίποτα να αντιτάξει στην εύλογη ερώτηση του προέδρου του δικαστηρίου, για ποιο λόγο δεν κατέθεσαν αυτοί οι στενοί του συγγενείς στην τακτική ανάκριση για να του δώσουν αυτή την κάλυψη και προτίμησε να εξαφανιστεί.
* Σε όλη την απολογία ο κ. Ανδρουτσόπουλος επέμενε ότι δεν είναι υπεράνθρωπος για να έρθει σε σύγκρουση με τους πολυπληθείς εκπαιδευτικούς και φοιτητές που βρίσκονταν στα δικαστήρια εκείνη τη μέρα:
«Βέβαια εμένα στην πορεία από λογοτεχνικές και άλλες παραφιλολογικές αναφορές μου έχει αποδοθεί η ιδιότητα του Σούπερμαν, αλλά ειλικρινά δεν πιστεύω πως μια ομάδα επτά ατόμων [σ.σ.: οι Χρυσαυγίτες] θα μπορούσε να αντιπαρέλθει εις οιαδήποτε μορφή ρήξεως με εκατό και πλέον άτομα».
* Φυσικά, δεν κατηγορείται για κάτι τέτοιο. Το αντίθετο μάλιστα. Αυτό που του αποδίδεται είναι ότι επικεφαλής ομάδας 8-10 οπλισμένων επιτέθηκε σε τρεις ανύποπτους νέους. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς Σούπερμαν για κάτι τέτοιο. Αρκεί να είναι αρκετά άνανδρος, φανατικός και δασκαλεμένος σε ύπουλες επιθέσεις.
* Σε άλλο σημείο ο κατηγορούμενος θα επιμείνει: «Δεν παρετήρησα κανέναν, δεν κοίταξα κανέναν άγρια, δεν ήμουν σε θέση να το κάνω. Δεν είμαι Σούπερμαν για να μπορώ να το κάνω».
* Το βίντεο που τον δείχνει να φεύγει βρίζοντας από τα δικαστήρια τον διαψεύδει. Αλλά κι ο ίδιος αυτοδιαψεύδεται, όταν επικαλείται δυνάμεις Σούπερμαν για να περιγράψει πώς απέκρουσε εκατό Αλβανούς (!) στις φυλακές της Αμφισσας, όπου προφυλακίστηκε μετά την παράδοσή του τον περσινό Σεπτέμβριο: «Δέχτηκα μια επίθεση, αναίτια, μόνο και μόνο γιατί ήμουν αυτός που ήμουν, με σουβλιά, λοστάρια, από πλείστους ανθρώπων που έφταναν τα εκατό, και σας πληροφορώ όχι μόνο η λυσσαλέα μου αντίδραση να επιβιώσω, αλλά και η ελάχιστη βοήθεια λίγων Ελλήνων -πέντε τον αριθμό- κυρίως η τύχη ήταν, που εμπόδισε να γίνει το μοιραίο».
* Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να επικαλεστεί καθετί που νομίζει ότι θα ελαφρύνει τη θέση του. Αλλά ο Περίανδρος-Αντωνάκης ξεπέρασε τα όρια, όταν επιχείρησε να εμφανιστεί αλληλέγγυος στον αγώνα των εκπαιδευτικών, επικαλούμενος την ιδιότητα του αδιόριστου εκπαιδευτικού:
* «Πώς είναι δυνατόν να καταδικάσω τον αγώνα τους, εγώ ο οποίος ήμουν αδιόριστος; Συμμεριζόμουν τον αγώνα τους, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν προέβην σε διαδηλώσεις στο πεζοδρόμιο. Δεν είχα κανένα λόγο να είμαι αντίθετος σ’ εκείνο το οποίο εκείνοι πρέσβευαν. Ο διορισμός ήτο για μένα άμεση βιοποριστική ανάγκη».
* Σε ερώτηση του προέδρου αν ήταν με το μέρος των εκπαιδευτικών, ήταν κατηγορηματικός: «Με το μέρος του αγώνος τους βεβαίως! Αφού ήμουν στην επετηρίδα και ανέμενα».
* Βέβαια, τον διαψεύδει τον καημένο τον Αντωνάκη η εφημερίδα του, η «Χρυσή Αυγή». Στο τεύχος που κυκλοφόρησε δύο μέρες μετά την επίθεση, το επίσημο όργανο της ναζιστικής οργάνωσης αναφερόταν στον αγώνα των εκπαιδευτικών με τις ακόλουθες φράσεις: «Αδιόριστοι, λένε, καθηγητές, που δήθεν ενδιαφέρονται για την παιδεία του ελληνικού λαού και ανάμεσά τους κάποιες άθλιες φυσιογνωμίες με ψειριασμένα γένια, που κρατάνε μαύρες και κόκκινες σημαίες. Ανάμεσα στους συλληφθέντες, οικοδόμοι, άνεργοι και βεβαίως γνωστοί “νεαροί” των αναρχικών κύκλων, απ’ αυτούς που καταστρέφουν σχολεία και έχουν προξενήσει ζημιές εκατοντάδων εκατομμυρίων σε πανεπιστημιακά κτίρια! Στην πραγματικότητα πρόκειται για πανστρατιά όλων των “προοδευτικών” δυνάμεων αρχίζοντας από τον αναρχικό χώρο και φθάνοντας μέχρι τους μαρξιστές του ΠΑΣΟΚ» (τ. 245, 19-25/6/98).
* Προσπαθώντας να αποτινάξει τις προσωπικές του ευθύνες, ο κ. Ανδρουτσόπουλος δεν δίστασε να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ήταν δράστες άλλοι Χρυσαυγίτες. Στο ερώτημα του προέδρου «θα μπορούσαν να δράσουν μέλη της Χρυσής Αυγής χωρίς εντολές;», ο φαλαγγάρχης ήταν έτοιμος να απαντήσει καταφατικά: «Κοιτάχτε, εγώ δεν είμαι ο ποιμήν που ελέγχει τα πρόβατά του».
Το επιχείρημά του ήταν ότι δεν συνέφερε εκείνη τη συγκεκριμένη περίοδο η επίθεση: «Υπήρχε μία πάγια φιλοσοφία. Επειδή τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, λόγω των ιδεών που εμείς πρεσβεύαμε, είναι απολύτως αρνητικά, και υπήρχε μία ενδυνάμωσις της ιδεολογίας του εθνικισμού και του πατριωτισμού ύστερα από τα μακεδονικά συλλαλητήρια -ξέρετε- το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου, την αθρόα προσέλευση λαθρομεταναστών στη χώρα, αυτές οι ιδέες προσεγγίζονται από πολύ απλό κόσμο, όχι μόνο από τον κόσμο της δεξιάς αλλά και από προλετάριους της αριστεράς που έχαναν την εργασία τους από ξένους. Επειδή, λοιπόν, εδημιουργείτο μια άλλη κατάσταση, εμείς είχαμε μια πάγια φιλοσοφία ότι δεν πρέπει να κάνουμε βίαια επεισόδια. Το μόνο που κάναμε ήταν να υπερασπίζουμε το χώρο μας».
Το τελικό «επιχείρημα» του Περίανδρου είναι αποκαλυπτικό για την ιδέα που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του: «Δεν μπορώ να ευθύνομαι εγώ για το τι εγκληματική δράση μπορεί να έχει κάποιος που πιστεύει στις ιδέες μου. Οπως δεν ευθύνεται και ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου».
Μάρτυρες και «μάρτυρες»
* Η μνήμη μπορεί να εξασθενεί, αλλά ο τρόμος των αυτοπτών μαρτύρων εκείνου του επεισοδίου δεν έχει σβήσει ακόμα. Σ’ αυτή τη δίκη δεν παρουσιάστηκε το φαινόμενο που έχουμε διαπιστώσει σε κάποιες άλλες πρόσφατες δίκες, όπου κάποιοι δήθεν αυτόπτες μάρτυρες διακρίνονται από την επίδειξη υπερφυσικής μνήμης.
* Οι δύο από τους παθόντες αναγνώρισαν το πρόσωπο του δράστη, ο τρίτος είπε ότι δεν μπόρεσε να συγκρατήσει φυσιογνωμία, ενώ οι κοπέλες που κάθονταν σε διπλανό τραπέζι κατά την ώρα της επίθεσης αναγνώρισαν το σωματότυπο και τα ρούχα του δράστη στις φωτογραφίες που τους επιδείχθηκαν στο δικαστήριο.
* Οπως παρατήρησαν οι δικηγόροι των θυμάτων (Γιάννης Ραχιώτης, Κλειώ Παπαπαντολέων, Σπύρος Φυτράκης) η απόκλιση αυτή είναι απολύτως λογική, γιατί καθένας από τους αυτόπτες βρισκόταν σε διαφορετική θέση, είχε διαφορετική οπτική γωνία και το βλέμμα του επικεντρώθηκε σε κάποιον άλλο από τους επιτιθέμενους.
* Ως βασικό αντεπιχείρημα ο δικηγόρος του κατηγορουμένου Π. Μιχαλόλιας αντέτεινε το πώς είναι δυνατόν τα θύματα να αναγνωρίσουν το δράστη από στατική φωτογραφία, ενώ δεν τον είχαν αναγνωρίσει θετικά στο βίντεο που τους επιδείχτηκε λίγες μέρες μετά την επίθεση.
* Αλλά το βίντεο, όπως φαίνεται και από τη φωτογραφία που δημοσιεύουμε, καταγράφει τους Χρυσαυγίτες σε κίνηση και δεν διακρίνονται σαφώς τα χαρακτηριστικά των προσώπων.
* Αντίθετα με τους τρεις νέους που δέχτηκαν την επίθεση και την παρέα των νεαρών κοριτσιών που βρέθηκαν στο σημείο της επίθεσης, εντελώς αρνητικοί υπήρξαν τρεις άλλοι αυτόπτες μάρτυρες. Αυτοί δεν θυμούνταν τίποτα. Ηταν η ιδιοκτήτρια του καφενείου όπου έγινε η επίθεση, ο άντρας της, αστυνομικός εν ενεργεία τότε, και η αδελφή της που δούλευε εκείνο το απόγευμα στο περίπτερο της πλατείας.
* Σε προηγούμενα στάδια και οι τρεις αυτοί έχουν δώσει πληροφορίες που συγκλίνουν στην ίδια αναγνώριση, ενώ ο αστυνομικός έχει αναγνωρίσει τον κατηγορούμενο σε φωτογραφίες που του επιδείχθηκαν από δημοσιογράφους. Ο κ. Ραχιώτης εξηγεί:
«Αλλάζει τη στάση του ο αστυνομικός γιατί η γυναίκα του έχει μαγαζί, η νύφη του έχει περίπτερο και καταλαβαίνει ότι οτιδήποτε πει ενοχοποιητικό εις βάρος της Χρυσής Αυγής και του συγκεκριμένου κατηγορούμενου μπορεί να έχει συνέπειες και τέτοιες συνέπειες υπήρξαν στο παρελθόν σε πολλούς ανθρώπους. Και για ένα δεύτερο λόγο: επειδή διαπιστώνει ότι οι ανώτεροί του, η υπηρεσία του δεν δείχνει κάποιο ιδιαίτερο ζήλο στην ανακάλυψη των δραστών. Το πειθαρχικό τον δικαίωσε 5-0 για το ότι δεν ενημέρωσε κανέναν ότι ήταν παρών στην επίθεση».
Αλλά έχουν λόγο να φοβούνται όσοι καταθέτουν κατά της Χρυσής Αυγής; Στο δικαστήριο παρουσιάστηκε μια σαφής απόδειξη: Σε φύλλο της εφημερίδας «Χρυσή Αυγή» καταγράφονται σε ειδικό μαύρο πλαίσιο τα ονόματα των μηνυτών εναντίον της και των μαρτύρων που προτείνουν. Μαζί με τα ονόματα, η ναζιστική εφημερίδα αναφέρει και τις διευθύνσεις τους! Το μήνυμα είναι σαφές.
Τα «παιδιά» της ΕΛ.ΑΣ.
Το βάρος των συντριπτικών ενοχοποιητικών στοιχείων υποχρέωσε και τον συνήγορο υπεράσπισης να αποδεχτεί την πιθανότητα η ενέργεια να πραγματοποιήθηκε από τη Χρυσή Αυγή: «Να προσχωρήσω στην άποψή σας ότι ήταν Χρυσαυγίτες. Αυτός πήγε στο σπίτι του. Κάποιος από τους άλλους που ήταν εκεί, που έζησε τα γεγονότα, πήρε άλλους έξι εφτά και πήγαν να κάνουν το επεισόδιο, χωρίς να γνωρίζει τίποτα ο Ανδρουτσόπουλος. Γιατί το αποκλείετε; Γιατί ήταν ο επικεφαλής, ο φαλαγγάρχης, ο ιδρυτής των πυρήνων;»
Η παρατήρηση έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι ο δικηγόρος κ. Μιχαλόλιας είναι αδελφός του γνωστού «φίρερ» της οργάνωσης Νίκου Μιχαλολιάκου.
Ενδιαφέρον έχει και ένας άλλος ισχυρισμός του κ. συνηγόρου: «Η βίαιη ενέργεια έγινε μόνο εναντίον του κ. Κουσουρή. Ας αφήσουμε τους άλλους που φύγαν και δεν τους φτάσαν, κ.λπ. Σημασία δώσαν στον άλλο (σ.σ.: τον Καραμπατσόλη) γιατί πέταξε καρέκλα, έτσι το καταλαβαίνω εγώ. Αν δεν είχε πετάξει κανένας (καρέκλα), δεν θα τον κοίταζαν». Από πού τα ξέρει αυτά ο κ. συνήγορος;
* Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας αναδείχτηκε και η αδικαιολόγητη αμέλεια των αστυνομικών αρχών που όχι μόνο δεν απέτρεψαν την επίθεση, αλλά επέδειξαν και συστηματική κωλυσιεργία κατά την προανάκριση με συνέπεια να διαφύγει ο Περίανδρος αλλά και να μην οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη οι συνεργοί του.
* Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μοναδικός μάρτυρας που πήρε το εύσημο του «αντικειμενικού» από την υπεράσπιση του Περίανδρου ήταν ο υπαστυνόμος Λυκιαρδόπουλος, ο επικεφαλής των ΜΑΤ που συνόδευσε «τα παιδιά» (έτσι ονόμαζε τους Χρυσαυγίτες) έξω από τα δικαστήρια εκείνο το απόγευμα του 1998 και εμφανίστηκε τώρα βέβαιος ότι δεν μπορεί να ήταν αυτοί οι δράστες. Ο ίδιος κατέθεσε ότι οι πληροφορίες τον υποδείκνυαν «ομάδα αναρχικών» ως δράστες!
Η ειδική σχέση μερίδας αστυνομικών με πολιτικά και Χρυσαυγιτών ήταν ορατή, τις μέρες αυτές, στο προαύλιο των δικαστηρίων. Με δεδομένο ότι κατά την ακροαματική διαδικασία αναδείχθηκε η χρήση των Χρυσαυγιτών ως «αγανακτισμένων πολιτών» στα μετόπισθεν των ΜΑΤ σε πολλές περιπτώσεις διαδηλώσεων, είναι δικαιολογημένες οι ανησυχίες πολλών παρισταμένων αν βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανασύσταση αυτής της προνομιακής σχέσης.
* Οσο κι αν ο Περίανδρος επέμενε ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι «οργάνωση», αλλά «νόμιμο πολιτικό κόμμα», όσο κι αν ο συνήγορός του επαναλάμβανε διαρκώς ότι πρόκειται για «σωματείο», η απόφαση του δικαστηρίου υπήρξε πραγματικός καταπέλτης γιατί αποδέχεται ότι η ομάδα που χτύπησε τους τρεις φοιτητές ήταν η ίδια με την ομάδα των Χρυσαυγιτών που είχε συγκεντρωθεί νωρίτερα στα δικαστήρια. Η απόφαση, δηλαδή, αποδεικνύει ότι δεν πρόκειται ούτε για «κόμμα» ούτε για «σωματείο» αλλά για πραγματικά εγκληματική συμμορία.
* Ο ίδιος ο κ. Ανδρουτσόπουλος έχει αποδώσει στον προπάππου του (και πρότυπό του) το ακόλουθο ρητό:
- «Θά’ θελα να ζω τρακόσια χρόνια
- Εκατό χρόνια να σκοτώνω παλιανθρώπους
- Εκατό χρόνια να κάμω φυλακή
- Κι εκατό χρόνια να γλεντάω».
Φαιά αλληλοκαρφώματα
Στη διάρκεια της δίκης κατατέθηκαν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την υπόθεση που περιέχονται στο βιβλίο που έγραψε για να καταγγείλει τη Χρυσή Αυγή ο μέχρι πρότινος δεύτερος υπαρχηγός της Χαράλαμπος Κουσουμβρής. Ο Κουσουμβρής, βέβαια, φροντίζει να μην ενοχοποιήσει τον εαυτό του, γιατί κι αυτός μετείχε σε πολλές ενέργειες της οργάνωσης, ενώ βρισκόταν κι ο ίδιος στα δικαστήρια της Ευελπίδων με την ομάδα που αργότερα λιντσάρισε τους τρεις νέους.
Το αστείο είναι ότι σε σχετική ερώτηση της έδρας ο κ. Ανδρουτσόπουλος ισχυρίστηκε ότι δεν έχει διαβάσει το βιβλίο, ενώ η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», δηλαδή το δημοσιογραφικό όργανο της Χρυσής Αυγής, επιχειρεί να σχετικοποιήσει τις αποκαλύψεις του Κουσουμβρή:
«Σχεδόν όλοι οι μάρτυρες κατηγορίας, αλλά και ο εισαγγελέας χρησιμοποίησαν σαν στοιχείο ένα βιβλίο που έχει γραφεί κατά της Χρυσής Αυγής από έναν μετανοημένο πρώην χρυσαυγίτη. Αυτό που βεβαίως δεν είπαν είναι ότι αυτός ο μετανοημένος πρώην χρυσαυγίτης έχει καταδικαστεί για ένοπλη ληστεία με τα δακτυλικά του αποτυπώματα να έχουν βρεθεί στον χώρο της ληστείας, κάθισε προφυλακισμένος μόνο κάποιους μήνες, ύστερα σε χρόνο-ρεκόρ έγινε η δίκη του όπου καταδικάστηκε σε 4 χρόνια φυλάκιση, αλλά αφέθηκε ελεύθερος. Οσο για το εφετείο του, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, τρία χρόνια μετά δεν έχει γίνει ακόμη» (1/10/06).
Βέβαια, το βιβλίο το έχει γράψει ο κ. Κουσουμβρής για να υποστηρίξει ότι η Χρυσή Αυγή τού έστησε την κατηγορία της ληστείας επειδή ήταν διαβρωμένη από την Ασφάλεια και ο μόνος ασυμβίβαστος ήταν ο ίδιος. Το σίγουρο είναι ότι καταθέτει πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες «από τα μέσα».
- Αλλά τι είναι αυτά που λέει ο πρώην αρχιχρυσαυγίτης Κουσουμβρής εις βάρος των χτεσινών συναγωνιστών του;
- Παραδέχεται πρώτα πρώτα τη βίαιη δράση της συμμορίας: «Μα μήπως και “εμείς” δεν βουτήξαμε τα χέρια μας στο αίμα;» (σ. 12).
- Επιβεβαιώνει την παρακρατική δράση των ναζιστών, στο πλάι του αστυνομικού μηχανισμού: «Ημασταν αποφασισμένοι να συντρίψουμε ό,τι στεκόταν στον δρόμο μας. Αντί αυτού όμως γυρίσαμε πίσω στα γραφεία αγανακτισμένοι για την απραξία μας, υπακούοντας στις “άνωθεν εντολές”. Πολλές ώρες αργότερα θα μας έστελναν μεμονωμένα λες και ήμασταν παρακρατικοί “αγανακτισμένοι πολίτες”, “να ενισχύσουμε την προσπάθεια της αστυνομίας”!» (σ. 26)
- Καρφώνει τον Περίανδρο και τον ιδιαίτερο ρόλο του ως οργανωτή των ομάδων κρούσης: «Το ίδιο έτος (1998) δημιουργούνται και οι Χρυσοί Αετοί από τον Π. [σ.σ. Περίανδρο] Ανδρουτσόπουλο, οργάνωση μέσα στην οργάνωση. [...] (Την 1η Μαΐου 1998) η ομάδα περιφρούρησης της Χρυσής Αυγής με μπροστάρηδες τους Χρυσούς Αετούς, σπάει τον αστυνομικό κλοιό, συγκρούεται με τα ΜΑΤ, κι ύστερα από μάχη σώμα με σώμα πετυχαίνει μια μεγάλη νίκη». (σ. 29-30).
- Ειδικά για την επίθεση του 1998, αναφέρει ότι ο αρχηγός της οργάνωσης (Νίκος Μιχαλολιάκος) τον ενημέρωσε τηλεφωνικά ότι όταν κλήθηκε στην ανακρίτρια το μέλος της Χρυσής Αυγής Ιωάννης Βουλδής «έσπασε… πήγε με τα νερά τους» (σ. 36).
Εξίσου ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις περιλαμβάνουν και συνεντεύξεις του Κουσουμβρή σε εφημερίδες και περιοδικά:
- «Πουθενά στην Ευρώπη δεν υπάρχει φιλοφασιστικό κόμμα που να απολαμβάνει την ασυλία που έχει η Χρυσή Αυγή από το ελληνικό κράτος».
- «Ξέρω όμως ότι το προεκλογικό μας υλικό για τις ευρωεκλογές είχε έρθει με δελτίο αποστολής από τα γραφεία μεγάλου κόμματος».
- «Οταν το κράτος δεν θέλει να εμπλακεί σε συμπλοκές μαζί τους (σημ. εννοεί τους αναρχικούς), ουσιαστικά μάς χρησιμοποιεί προκαλώντας μεταξύ μας συγκρούσεις. Η αστυνομία, για παράδειγμα, πολλές φορές έπαιξε ένα περίεργο παιχνίδι. Με εμάς τηρούσαν μια στάση συμπάθειας. Ηταν φιλικοί, θα έλεγα, τις περισσότερες φορές. Μας έβλεπαν να χτυπιόμαστε με τους άλλους και δεν έκαναν τίποτα».
- «Στις πορείες είχαμε μαχαίρια, κλομπ, ξυράφια. Τις ασπίδες τις φτιάξαμε με μερικούς συναγωνιστές» («Ταχυδρόμος» 27/3/04 και 23/4/05).
http://www.iospress.gr/8 Οκτ 2006 μέσω makeleio, 02-11.2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου