Μάχη επιβίωσης
δίνει η τουρκική δημοσιογραφία.
Πάνω από 20
δημοσιογράφοι
είναι
φυλακισμένοι!!!Οι συνθήκες που επικρατούν στο χώρο της δημοσιογραφίας στην Τουρκία περιγράφονται από πολλούς δημοσιογράφους ως ασφυκτικές. Πολλές οι μηνύσεις εναντίον δημοσιογράφων με την κατηγορία της «προσβολής του Ερντογάν».
Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι που κάνουν τη δουλειά τους υπηρετώντας τις θεμελιώδεις αρχές του επαγγέλματός τους δίνουν καθημερινή μάχη επιβίωσης ενάντια στην ολοκληρωτική τους φίμωση, επισημαίνει ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ, ιδρυτικό μέλος της Πλατφόρμας για την Ανεξάρτητη Δημοσιογραφία (P24), αρθρογράφος στην εφημερίδα Today's Zaman και μπλόγκερ στη Huffington Post.
Η δημοσιογραφία δέχεται πιέσεις σε δύο επίπεδα. Παράλληλα με την εντεινόμενη λογοκρισία αυξάνεται και η αυτολογοκρισία, στοιχεία που περιορίζουν καθοριστικά κάθε δυνατότητα μετάδοσης ειδήσεων και σχολιασμού.
Από την περίοδο των διαδηλώσεων στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης επιβλήθηκαν περισσότερες από 40 απαγορεύσεις πληροφόρησης για υποθέσεις διαφθοράς και βομβαρδισμούς που σχετίζονταν με τη δράση της τρομοκρατικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, προκειμένου αυτά τα στοιχεία να μη δημοσιοποιηθούν. Η άρνηση διαπίστευσης έγινε καθημερινή πρακτική. Επικριτικές προς την κυβέρνηση εφημερίδες δεν διατίθενται στις πτήσεις της Turkish Airlines και σε αεροδρόμια. Η Τουρκική Ραδιοτηλεοπτική Αρχή (RTUK) λειτουργεί ως κεντρικό όργανο λογοκρισίας.
Η φυλάκιση δεν συνιστά συνήθη πρακτική, ωστόσο συνηθισμένη είναι η απειλή φυλάκισης. Ο αριθμός των νομικών υποθέσεων και μηνύσεων εναντίον δημοσιογράφων με την κατηγορία της «προσβολής του Ερντογάν» έχει εκτοξευθεί.
Σύμφωνα με τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RSF), 20 Τούρκοι δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι ορισμένες πρόσφατες περιπτώσεις, όπως του Νεντίμ Σενέρ, του Αχμέτ Σικ και άλλων. Ο Χινταγιέτ Καρατζά, υψηλόβαθμο στέλεχος του τηλεοπτικού σταθμού Samanyolu TV, έμεινε έγκλειστος επί τέσσερις μήνες κατηγορούμενος για το περιεχόμενου ενός σεναρίου τηλεοπτικής σειράς. Ο Μεχμέτ Μπαρανσού, που ασκεί ερευνητική δημοσιογραφία για λογαριασμό της ανεξάρτητης εφημερίδας Taraf, είναι προφυλακισμένος και αντιμέτωπος με τις κατηγορίες της υπεξαίρεσης απόρρητων κρατικών εγγράφων. Κυβερνητικοί κύκλοι επιχειρούν να τον εμφανίσουν ως κατάσκοπο. Οι δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα καταπάτησης της δημοσιογραφικής ανεξαρτησίας.
Όσοι δημοσιογράφοι αρνούνται να συμμορφωθούν με τις ακολουθούμενες πρακτικές απολύονται συστηματικά. Μόλις 1,5% των δημοσιογράφων στην Τουρκία τολμούν να γίνουν μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων. Ο φόβος απώλειας του εισοδήματος είναι μεγαλύτερος ακόμη και από το φόβο της δίκης και της φυλάκισης.
Περιγράφοντας τη γενική εικόνα των μέσων ενημέρωσης στη χώρα του, ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ επισημαίνει ότι χονδρικά το 80% του συνόλου βρίσκονται υπό κυβερνητικό έλεγχο, όντας «ανίκανα» να θυμηθούν τις βασικές αξίες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.
Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι που κάνουν τη δουλειά τους υπηρετώντας τις θεμελιώδεις αρχές του επαγγέλματός τους δίνουν καθημερινή μάχη επιβίωσης ενάντια στην ολοκληρωτική τους φίμωση, επισημαίνει ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ, ιδρυτικό μέλος της Πλατφόρμας για την Ανεξάρτητη Δημοσιογραφία (P24), αρθρογράφος στην εφημερίδα Today's Zaman και μπλόγκερ στη Huffington Post.
Η δημοσιογραφία δέχεται πιέσεις σε δύο επίπεδα. Παράλληλα με την εντεινόμενη λογοκρισία αυξάνεται και η αυτολογοκρισία, στοιχεία που περιορίζουν καθοριστικά κάθε δυνατότητα μετάδοσης ειδήσεων και σχολιασμού.
Από την περίοδο των διαδηλώσεων στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης επιβλήθηκαν περισσότερες από 40 απαγορεύσεις πληροφόρησης για υποθέσεις διαφθοράς και βομβαρδισμούς που σχετίζονταν με τη δράση της τρομοκρατικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, προκειμένου αυτά τα στοιχεία να μη δημοσιοποιηθούν. Η άρνηση διαπίστευσης έγινε καθημερινή πρακτική. Επικριτικές προς την κυβέρνηση εφημερίδες δεν διατίθενται στις πτήσεις της Turkish Airlines και σε αεροδρόμια. Η Τουρκική Ραδιοτηλεοπτική Αρχή (RTUK) λειτουργεί ως κεντρικό όργανο λογοκρισίας.
Η φυλάκιση δεν συνιστά συνήθη πρακτική, ωστόσο συνηθισμένη είναι η απειλή φυλάκισης. Ο αριθμός των νομικών υποθέσεων και μηνύσεων εναντίον δημοσιογράφων με την κατηγορία της «προσβολής του Ερντογάν» έχει εκτοξευθεί.
Σύμφωνα με τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RSF), 20 Τούρκοι δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι ορισμένες πρόσφατες περιπτώσεις, όπως του Νεντίμ Σενέρ, του Αχμέτ Σικ και άλλων. Ο Χινταγιέτ Καρατζά, υψηλόβαθμο στέλεχος του τηλεοπτικού σταθμού Samanyolu TV, έμεινε έγκλειστος επί τέσσερις μήνες κατηγορούμενος για το περιεχόμενου ενός σεναρίου τηλεοπτικής σειράς. Ο Μεχμέτ Μπαρανσού, που ασκεί ερευνητική δημοσιογραφία για λογαριασμό της ανεξάρτητης εφημερίδας Taraf, είναι προφυλακισμένος και αντιμέτωπος με τις κατηγορίες της υπεξαίρεσης απόρρητων κρατικών εγγράφων. Κυβερνητικοί κύκλοι επιχειρούν να τον εμφανίσουν ως κατάσκοπο. Οι δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα καταπάτησης της δημοσιογραφικής ανεξαρτησίας.
Όσοι δημοσιογράφοι αρνούνται να συμμορφωθούν με τις ακολουθούμενες πρακτικές απολύονται συστηματικά. Μόλις 1,5% των δημοσιογράφων στην Τουρκία τολμούν να γίνουν μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων. Ο φόβος απώλειας του εισοδήματος είναι μεγαλύτερος ακόμη και από το φόβο της δίκης και της φυλάκισης.
Περιγράφοντας τη γενική εικόνα των μέσων ενημέρωσης στη χώρα του, ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ επισημαίνει ότι χονδρικά το 80% του συνόλου βρίσκονται υπό κυβερνητικό έλεγχο, όντας «ανίκανα» να θυμηθούν τις βασικές αξίες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.
Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου