Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Η Ρωσία στο δρόμο προς τη Δαμασκό

Διαδηλωτές στη Δαμασκό χαιρετίζουν τη βοήθεια της Ρωσίας στο καθεστώς Άσαντ και την εμπλοκή ρωσικών στρατευμάτων στη σύρραξη που λαμβάνει χώρα στο συριακό έδαφος.Η φωτογραφία, από τη σειρά ντοκιμαντέρ Stream, που μεταδίδεται από το Al Jazeera.Al Jazeera.











 Γράφτηκε από τον Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη (booksjournal.gr)

Τι ζητά ο Πούτιν στη Συρία; Ποια είναι τα γεωπολιτικά συμφέροντα των Ρώσων στην περιοχή και πόσες πιθανότητες έχουν να τα πετύχουν; Κατάφερε ο Πούτιν, βομβαρδίζοντας στόχους του Ισλαμικού Κράτους, να επανεντάξει τη χώρα του στη διεθνή κοινότητα; Τι διακυβεύεται στην πιο ταραγμένη σήμερα περιοχή του πλανήτη;
Η κάθοδος της Ρωσίας στη Μεσόγειο, αυτή τη φορά με κάθε δόξα και τιμή για να βομβαρδίσει το Ισλαμικό Κράτος που επελαύνει, προκάλεσε ρίγη συγκινήσεως στο χριστεπώνυμο πλήρωμα του ερυθρομέλανου μετώπου στη χώρα μας και αμέσως τέθηκε σε λειτουργία ένα πανίσχυρο διαδικτυακό παρακράτος, το οποίο, μέσα από ανώνυμες σελίδες με «αντιστασιακά» ονόματα, μέσα από τις ειδικές ομάδες ενδιαφερόντων των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ. άρχισε να υμνεί την επιχείρηση και να αναπέμπει δοξαστικούς ύμνους στον ηγέτη της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν. Πρόκειται για μια ακόμη εκδήλωση ενός κατευθυνόμενου μηχανισμού «ενημέρωσης» ή παραπληροφόρησης, αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των ειδικών υπηρεσιών. Πώς όμως έχουν τα πράγματα με αυτή την όντως ενδιαφέρουσα εξέλιξη; Γιατί η Ρωσία αποφάσισε τώρα να προχωρήσει σε αυτή την κίνηση; Ποια τα οφέλη στα οποία προσδοκά και ποιες οι επιπτώσεις στο ευαίσθητο αλλά και εύθραυστο πεδίο των γεωπολιτικών δυναμικών που αναπτύσσονται στην περιοχή;

Σε αυτά και σε ορισμένα άλλα ερωτήματα θα προσπαθήσει να δώσει απαντήσεις το κείμενο που ακολουθεί.

Πριν εξετάσουμε τη «ρωσική κάθοδο» στη Μεσοποταμία, ίσως θα ήταν φρόνιμο να δούμε πώς η επιχείρηση αυτή επιδρά στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Ρωσίας. Πολλοί μιλούν για ένα φαινόμενο déjà vuσε σχέση με την επιχείρηση προσάρτησης της Κριμαίας πριν από περίπου δυο χρόνια. Τότε είχαμε τους «ευγενικούς ανθρώπους» με τις σκουρόχρωμες άνευ διακριτικών στολές, σήμερα έχουμε τα «ευγενικά βομβαρδιστικά» που φέρουν υπερήφανα τα διακριτικά της ορθοδόξου χώρας ήτις σπεύδει να υπερασπιστεί τις αξίες και τις αρχές του πολιτισμού, του δυτικού πολιτισμού, τις οποίες, ωστόσο απορρίπτει για την ίδια. Αν η περίπτωση της Κριμαίας προκάλεσε ρίγη πατριωτισμού και συσπείρωσης γύρω από τον ηγέτη της χώρας, με δημοσκοπική αποδοχή της τάξεως του 80%, κάτι ανάλογο συμβαίνει τώρα, πράγμα που κάνει πολλούς να θεωρούν σίγουρη την τρίτη (τέταρτη κατ’ ουσίαν) υποψηφιότητα και νίκη του Βλαντίμιρ Πούτιν στις εκλογές του 2018.

Με την κίνηση αυτή, ο Πούτιν πέτυχε να πιστεύουν οι συμπατριώτες του ότι «έδειξε» στον Ομπάμα πως δεν τον φοβάται, ότι η Ρωσία ξαναγίνεται υπερδύναμη που μπορεί να παρεμβαίνει στρατιωτικά χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και ότι δεν είναι πλέον «παρίας» στη διεθνή σκηνή.

Σε δημοσκόπηση του Κέντρου Levada, η οποία διεξήχθη στις 18-21 Σεπτεμβρίου, το 67% των ερωτηθέντων συμφώνησαν με τον πολιτική του Κρεμλίνου για διπλωματική - ανθρωπιστική βοήθεια στη Συρία και το 43% ήταν υπέρ μιας στρατιωτικού τεχνικού τύπου βοήθεια. Υπέρ της στρατιωτικής επέμβασης είχε ταχθεί μόλις το 14%.

Πολλοί στη ρωσική πρωτεύουσα πιστεύουν πως η στρατιωτική υποστήριξη του Μπασάρ Άσσαντ θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της στρατιωτικής παρουσίας της Ρωσίας και θυμίζουν τα ανάλογα του Αφγανιστάν για την ΕΣΣΔ και του Βιετνάμ για τις ΗΠΑ. Η εποχή όμως είναι διαφορετική, οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί και οι δυναμικές που αναπτύσσονται μετά τον Ψυχρό Πόλεμο στον αραβικό κόσμο παραμένουν αχαρτογράφητα σκοτεινά νερά και όλοι πηγαίνουν βυθομετρώντας προκειμένου να αποφύγουν ένας «προσάραγμα» στα ρηχά ή μία σύγκρουση στο ομιχλώδες περιβάλλον.

Δημόσια διατυπώνεται η άποψη στη ρωσική πρωτεύουσα πως η Συρία είναι ένα «υποκατάστατο» της Κριμαίας, στην προσπάθεια του Κρεμλίνου να διατηρήσει το κλίμα «πατριωτικής ανάτασης» μεταξύ του πληθυσμού, στο πλαίσιο της αναβίωσης της ιδεολογίας της Αγίας Ρωσικής «Σοβιετικής» Αυτοκρατορίας, ένα κράμα μεγαλορωσικού εθνικισμού μπολιασμένο με θεωρίες συνωμοσίας, κομμουνιστικά συνθήματα, διδαχές ορθοδόξων στάρετς και κριτικής στο δυτικό καπιταλιστικό σύστημα. Βέβαια, θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας πάντα πως η ρωσική οικονομία δοκιμάζεται από μια δομικού τύπου κρίση, το αποκορύφωμα της οποίας είναι ακόμη στο μέλλον. Ως γνωστόν, όμως, η Αυτοκρατορία θα πρέπει να διαθέτει και αυτοκρατορικών διαστάσεων και ισχύος οικονομία, πράγμα που στην προκειμένη περίπτωση δεν ισχύει.

Η καυκάσια απειλή

Η απόφαση του Κρεμλίνου για την επέμβαση στη Συρία είναι απόφαση υψηλού ρίσκου για το εσωτερικό της χώρας. Η Ρωσία έχει δεκαπέντε εκατομμύρια μουσουλμάνους πολίτες και άλλα δέκα εκατομμύρια οικονομικούς μετανάστες (η πλειοψηφία των οποίων ζει στη Μόσχα και τα περίχωρά της) προερχόμενους από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Η Ρωσία έχει τις δικές της μακραίωνες και δύσκολες σχέσεις με το Ισλάμ. Έχει και τα δικά της ιδιαίτερα οξυμένα προβλήματα στον Βόρειο Καύκασο, ιδίως τις τρομοκρατικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή με εμφανή χρηματοδότηση των Ουαχαμπιτών του Περσικού Κόλπου.

Βέβαια, στον πόλεμο κατά του ISISκανείς δεν τολμάει να μιλήσει και να πει πως πρόκειται για «σύγκρουση μεταξύ των πολιτισμών», ενώ είναι κυρίαρχη η άποψη στον μουσουλμανικό κόσμο πως η Δύση πολεμάει στο πρόσωπο των τζιχαντιστών ολόκληρο το Ισλάμ.

Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν σε ιστοσελίδες σοβαρών ρωσικών thinktanks, περίπου 3.000 πολίτες της Ρωσικής Ομοσπονδίας πολεμούν στο πλευρό των τζιχαντιστών. Υπάρχει μάλιστα διαδεδομένη η άποψη ότι η Ρωσία σχημάτισε έναν «πράσινο διάδρομο» που διευκόλυνε την «εξαγωγή» μαχητών, κυρίως από τις περιοχές του Βορείου Καυκάσου.

Ωστόσο, το βαρύ κλίμα στην εσωτερική πολιτική ζωή της Ρωσίας, θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο στην περίπτωση που το Κρεμλίνο αποφασίσει να λάβει περιοριστικά των ελευθεριών μέτρα με πρόφαση την αντιμετώπιση των κινδύνων της τρομοκρατίας.

Στο δρόμο προς τη Δαμασκό
Για τους παροικούντες τη μεσανατολική «Ιερουσαλήμ», η κάθοδος της Ρωσίας στη Συρία δεν ήταν έκπληξη. Εδώ και αρκετούς μήνες υπήρχαν δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία ρώσοι στρατιωτικοί μελετούσαν επί τόπου τις δυνατότητες των συριακών αεροδρομίων, ενώ στη συνέχεια ξεκίνησαν οι εργασίες ανακατασκευής του αεροδρομίου της Λατάκειας. Η έναρξη των βομβαρδισμών δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα ακόμη στάδιο του ρωσικού σχεδίου παρέμβασης στο συριακό πρόβλημα. Η ρωσική ηγεσία έχει καταστήσει σαφές πως δεν επιθυμεί και δεν θα επιτρέψει την επανάληψη του φιάσκου της Λιβύης και πως θα στηρίξει τον σύμμαχό της Άσαντ, τόσο για να παραμείνει στην εξουσία, όσο και για να αποτελέσει μέρος της λύσης του προβλήματος και της επόμενης ημέρας. Αυτό δείχνει μέχρι στιγμής να μην το επιτυγχάνει, δεδομένης της άρνησης τόσο των ΗΠΑ όσο και άλλων δυτικών χωρών, παρ’ όλο που τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μια ήπια στροφή στην πολιτική της Βρετανίας και της Γαλλίας. Η διελκυστίνδα μεταξύ Ρωσίας και Δύσης διεξάγεται τόσο στο διπλωματικό επίπεδο, με την πρώτη να αφιερώνει πολλούς πόρους και μέσα για την αλλαγή των διαθέσεων της διεθνούς κοινότητας έναντι του καθεστώτος του Άσαντ, όσο και σε στρατιωτικό, με τη Δύση να ενισχύει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Ωστόσο, δεν θα πρέπει να διαλάθει της προσοχής ότι η ρωσική στρατιωτική παρουσία αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης του σημερινού συριακού καθεστώτος. Εδώ, είναι προφανές ότι οι αιτιάσεις των δυτικών χωρών για «λάθη» των ρώσων πιλότων και το βομβαρδισμό θέσεων της συριακής αντιπολίτευσης έχουν βάση. Επιπλέον, η Ρωσία ερμηνεύει κατά το δοκούν σε αυτόν τον πόλεμο «κατά της τρομοκρατίας» τα κριτήρια ένταξης μιας ένοπλης ομάδας στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων. Οι επιθέσεις, εξάλλου, κατά της ένοπλης τρομοκρατικής οργάνωσης Τζαμπχάντ αν Νουσρά δείχνουν ότι οι προτεραιότητες των Ρώσων είναι ξεκάθαρες και έχουν σχέση με την εκτίμησή τους ποιος αποτελεί τη βασική απειλή για την κυβέρνηση της Δαμασκού. Μια άλλη διάσταση της ρωσικής επέμβασης στη Συρία είναι ότι με τον τρόπο αυτό το Κρεμλίνο εξασφάλισε τη μη ανάμειξη τρίτων δυτικών χωρών σε αυτή τη σύγκρουση. Είναι πολύ αμφίβολο να αποφασίσει εισβολή, έστω και με αεροπορικές δυνάμεις. Η τρίτη και πλέον σημαντική διάσταση της ρωσικής πολιτικής είναι η ενίσχυση της εικόνας και της θέσης της στη διεθνή διπλωματία. και όχι μόνο. Πρόκειται για μια καλοσχεδιασμένη επιχείρηση διεθνών δημοσίων σχέσεων, όπου η Μόσχα δείχνει να κερδίζει την παρτίδα.

Έχει αδυναμίες το ρωσικό σχέδιο, και ποιες; Μια πρώτη αδυναμία θα μπορούσε να θεωρηθεί ο άκομψος τρόπος που έγινε, αμέσως μετά την ομιλία του Πούτιν στον ΟΗΕ και τις συνομιλίες του με τον Ομπάμα. Αυτό εκνεύρισε και τους άλλους μεγάλους περιφερειακούς παίκτες της περιοχής, όπως είναι η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία που είχαν κάθε λόγο να νιώθουν βαθιά δυσπιστία στις ρωσικές προτάσεις διευθέτησης του προβλήματος, η κάθε μία, βέβαια, για δικούς της λόγους.

Ένα άλλο ζήτημα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ρωσική πλευρά είναι οι σχέσεις της με τη συριακή αντιπολίτευση, η οποία έχει κάθε λόγο να θεωρεί πως αποτελεί στόχο των βομβαρδισμών. Αυτό καθιστά τη ρωσική αποστολή ιδιαίτερα δύσκολη και μειώνει τις πιθανότητες επιτυχούς υλοποίησης του σχεδίου διάσωσης του Άσαντ. Κοντολογίς, η Ρωσία δεν θα μπορεί πλέον να εμφανίζεται στη συγκεκριμένη χώρα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή γενικότερα, ως ο έμπιστος ενδιάμεσος, όπως είχε συμβεί τόσο με την υπαγωγή του συριακού χημικού οπλοστασίου σε διεθνή έλεγχο, όσο και με την «επανένταξη» του Ιράν στη διεθνή κοινότητα μετά την υπογραφή για τον διεθνή έλεγχο του πυρηνικού του προγράμματος.

Η στρατιωτική διάσταση
Η Ρωσία αποφάσισε να στείλει μαχητικά και βομβαρδιστικά στη Συρία, προκειμένου από αέρος να πλήξει τους μαχητές του ISIS, θέλοντας αφ’ ενός να σταματήσει την προέλασή τους, αφ’ ετέρου να δείξει ότι μπορεί να παρεμβαίνει χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορά της.

Μαζί με το προσωπικό εξυπηρέτησης των 30 αεροσκαφών και των 12 ελικοπτέρων, η Ρωσία έστειλε την 812η Ταξιαρχία ειδικών δυνάμεων της Δυτικής Στρατιωτικής Περιοχής, για την ασφάλεια των αεροσκαφών και του προσωπικού. Τι θα συμβεί αν οι τζιχαντιστές επιτεθούν στα στρατόπεδα και τα αεροδρόμια όπου εγκαταστάθηκαν οι Ρώσοι; Θα αυξήσουν τη χερσαία παρουσία τους; Σχέδια για αποστολή 150.000 εφέδρων, που γράφτηκαν από το ελληνικό διαδικτυακό παρακράτος, προκαλούν τρανταχτά γέλια σε όσους γνωρίζουν τις δυνατότητες και τους αριθμούς των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, η αύξηση των χερσαίων δυνάμεων για λόγους ασφαλείας. Τα σενάρια περί δράσης ειδικών ομάδων προς το παρόν δεν επιβεβαιώνονται από κανέναν.

Ποιοι όμως πολεμούν σήμερα στη Ρωσία και ποια είναι τα μέτωπα των πολεμικών συγκρούσεων.

Χοντρικά θα μπορούσαμε να σημειώσουμε τα εξής:

1) Ο κυβερνητικός στρατός, η πολιτοφυλακή των Αλεβιτών και η λιβανέζικη Χεζμπολάχ, 2) η επονομαζόμενη μετριοπαθής φιλοδυτική αντιπολίτευση, αποτελούμενη από πλήθος ομάδων, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ισλαμιστικών, 3) η Τζαμπχάτ Αν Νουσρά και άλλες ριζοσπαστικές σουνιτικές ομάδες, συνδεδεμένες με την Αλ Κάιντα, 4) το Ισλαμικό Χαλιφάτο του Ιράκ και της Ανατολής, το γνωστό ISISκαι 5) οι Κούρδοι.

Αξίζει να αναφερθούμε εν συντομία στον κυβερνητικό στρατό του καθεστώτος του Μπασάρ Άσαντ, ο οποίος διαθέτει σύμφωνα με ορισμένες αξιόπιστες πηγές περίπου δύο χιλιάδες τεθωρακισμένα και τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, μέχρι 2,9 χιλιάδες πυροβόλα, 16 βομβαρδιστικά SU-24, SU-24, 35 καταδιωκτικά MiG -29, 260 καταδιωκτικά - βομβαρδιστικά Su-22, MiG-21 και MiG-23, περίπου 30 μαχητικά ελικόπτερα Mi-24. Βέβαια όλα αυτά είναι παλιάς, σοβιετικής τεχνολογίας, ταλαιπωρημένα από τη χρήση, με προσωπικό λιγοστό, μα έμπειρο και αποφασισμένο. Εξ ίσου μικρή φαίνεται να είναι η δύναμη των «Φρουρών της Επανάστασης» από το Ιράκ, που μάχεται στο πλευρό των κυβερνητικών δυνάμεων, αλλά και της Χεζμπολάχ.

Αυτό δημιουργεί προβλήματα ασφάλειας των ρωσικών δυνάμεων, διαπίστωση που συνηγορεί στην άποψη ότι η Ρωσία σύντομα θα υποχρεωθεί να αυξήσει αριθμητικά την παρουσία της, επωμιζόμενη το ανάλογο κόστος. Ειδικοί υποστηρίζουν πως σε πρώτη φάση η Ρωσία θα αυξήσει την αεροπορική της δύναμη σε 100 μαχητικά βομβαρδιστικά και στη συνέχεια στα 200 ή 300, προκειμένου να έχει επιτυχίες στον πολεμικό τομέα. Το πρόβλημα της ανεπάρκειας των συριακών αεροδρομίων μπορεί να λυθεί με την παραχώρηση αεροδρομίων από το Ιράν, γεγονός που θα επισημοποιήσει την ανάμειξη αυτής της χώρας στο συριακό πρόβλημα.

Ως προς τη συμμετοχή χερσαίων δυνάμεων, ρώσοι στρατιωτικοί ειδικοί επισημαίνουν την ετοιμότητα και την εμπειρία των ρωσικών δυνάμεων πεζοναυτών αλλά και των στρατιωτικών σχηματισμών που συμμετείχαν στους πολέμους της Τσετσενίας.

Η επόμενη ημέραΗ αλλαγή του σκηνικού και του συσχετισμού δυνάμεων στη Συρία με τη ρωσική στρατιωτική ανάμειξη προφανώς θα προκαλέσει ένα ντόμινο αλλαγών και μια διεύρυνση των πιθανών λύσεων.

Προς το παρόν ο χρόνος δουλεύει για τη Ρωσία, αλλά μέχρι πότε;

Κερδισμένος είναι ο Άσαντ, ο οποίος από αποδιοπομπαίος τράγος επανέρχεται στο προσκήνιο ως μέρος της λύσης, έστω και της μεταβατικής.

Κερδισμένος φέρεται και ο Πούτιν, ο οποίος με μια κίνηση κατέφερε να επαναφέρει τη Ρωσία στο επίκεντρο της διεθνούς πολιτικής, αλλά υπάρχει πάντα το ερώτημα ως πότε θα αντέξει οικονομικά και πολιτικά να υποστηρίζει αυτή την επέμβαση, η οποία δείχνει πως η ρωσική πολιτική δεν έχει μεσο-μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ίσως γιατί είναι πολύ απασχολημένη με τις εσωτερικές εξελίξεις και, κυρίως, το ακανθώδες πρόβλημα της Ουκρανίας που τραβάει σε μάκρος.

Στους επόμενους μήνες πάντως και όχι πριν το τέλος αυτού του χρόνου η ρωσική ηγεσία θα κληθεί να λάβει αποφάσεις σχετικά με τη διεύρυνση της παρουσίας της στη Συρία, αν θέλει, όντως, να καταφέρει συντριπτικά πλήγματα κατά των τζιχαντιστών και δεν αποβλέπει μόνο στην ενίσχυση του πατροπαράδοτου συμμάχου της Άσαντ και την προστασία των δικών της γεωπολιτικών και στρατιωτικών συμφερόντων.
booksjournal.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου